Στεριανή Τσιντζιλώνη / Η πολιτική του χορού
Η Στεριανή Τσιντζιλώνη είναι ερευνήτρια και θεωρητικός του χορού. Έχει ασχοληθεί σε βάθος τόσο με την πρακτική, όσο και με την θεωρητική διάστασή του, αλλά και με τις προεκτάσεις του σε κοινωνικό, πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο. Ενδιαφέρεται για το έργο των σύγχρονων Ελλήνων χορογράφων, αλλά και για τον τρόπο που αυτό συνομιλεί με τα πολιτιστικά δρώμενα του παρελθόντος. Στο βιβλίο της Υπό τη σκιά του Παρθενώνα που κυκλοφορεί από την Κάπα Εκδοτική, μελετά διεξοδικά τις παραστάσεις χορού που επισκέφτηκαν το Φεστιβάλ Αθηνών κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου (1955-1966) ως γεγονός μιας συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου και παρατηρεί πως αποτυπώνονται στην τέχνη του χορού ιδεολογίες, ιδέες και απόψεις. Μας μίλησε για την έρευνά της και όλα όσα της αποκάλυψε, τη αδιάρρηκτη σχέση τέχνης, πολιτικής και ιστορίας, για την αξία του χορού στην ζωή και την καθημερινότητά μας.
Τι κέντρισε τον ενδιαφέρον σας στις παραστάσεις χορού της περιόδου που εξετάζει το βιβλίο;
Η αρχική παρόρμηση δόθηκε από τη συνειδητοποίηση ότι κατά τη δεκαετία 1955-1966 ήρθαν στο Φεστιβάλ Αθηνών μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του διεθνούς χορού και η πρώτη αντίδραση μου ήταν να διερωτηθώ γιατί; Δηλαδή πώς και γιατί να θέλει να έρθει στην Ελλάδα ένα κορυφαίο όνομα του χορού, όταν ακόμα και στην εποχή που εγώ σπούδαζα χορό τη δεκαετία του 1990 ήταν λιγοστά τα ονόματα που βλέπαμε στη χώρα μας;
Πως δουλέψατε για την συγγραφή του; Τι νέο μάθατε κατά την ερευνητική και συγγραφική διαδικασία;
Δούλεψα πολύ με την αρχειακή έρευνα και στη συνέχεια με βιβλιογραφική έρευνα. Επιπλέον, μέρος της έρευνας έγινε με την πολύτιμη συμβολή της Dr Stacey Prickett από το Πανεπιστήμιο του Roehampton, η οποία με τη οικονομική υποστήριξη του British Academy μπόρεσε να ερευνήσει αρχεία στις ΗΠΑ.
Από την έρευνα έμαθα με έκπληξη ότι κατά τη μεταπολεμική περίοδο, και εκτός Φεστιβάλ Αθηνών, υπήρχε πολύ μεγαλύτερη κινητικότητα ξένων καλλιτεχνών από ό,τι φανταζόμουν σε μια χώρα με πενιχρές υποδομές για το χορό, χωρίς μεγάλο κοινό και με τεράστια οικονομικά και πολιτικά προβλήματα. Επίσης, είδα πόσο πολυεπίπεδη, περίπλοκη, και συχνά αντιφατική είναι η σχέση του χορού με την πολιτική και πόσο θα πρέπει όλοι μας να κοιτάμε πιο βαθιά, πέρα από τα προφανή και αυτονόητα.
Διαπίστωσα επίσης ότι κατά τη δεκαετία του 1950 γράφτηκε μεγάλος, αναλογικά, όγκος θεωρητικών κειμένων για το χορό στην Ελλάδα όταν ακόμα και σήμερα υπάρχουν στην χώρα μας ελάχιστα έντυπα που φιλοξενούν κριτικές χορού ή θεωρητικά κείμενα.
Η τέχνη και ο πολιτισμός κάθε εποχής αποτυπώνουν και την πολιτική της;
Νομίζω, ότι αυτή η ερώτηση συνεχίζει την προηγούμενη σκέψη μου σχετικά με την πολυπλοκότητα αυτής της σχέσης. Η τέχνη και ο πολιτισμός αποτυπώνουν αλλά και αποτυπώνονται στην πολιτική. Η τέχνη δεν είναι αντανάκλαση μόνο. Είναι και κινητήρια δύναμη, είναι πιθανό πρόπλασμα μορφωμάτων, είναι χώρος διαπραγμάτευσης και πιθανά αντίστασης. Είναι ίσως και σε κάποιες περιπτώσεις ο εν δυνάμει χώρος ανάμεσα στην πραγματικότητα και την ουτοπία.
Ένα κρατικό φεστιβάλ ή μια κρατική σκηνή οφείλουν να παίρνουν πολιτική θέση με το καλλιτεχνικό πρόγραμμά τους;
Έχοντας νομίζω διατυπώσει καθαρά πιο πάνω την προσωπική και την ερευνητική μου θέση για τη σχέση τέχνης-πολιτικής, θα απαντήσω ότι ένας κρατικός φορέας παίρνει θέση απλά και μόνο από την ύπαρξή του ως κρατικός φορέας. Δηλαδή, οι πράξεις, ο καλλιτεχνικός προγραμματισμός του έχουν δύναμη, και μάλιστα ηγεμονική, καθώς απορρέουν από μια δομή του κράτους. Η δύναμη αυτή όμως δεν είναι μονοδιάστατη ή εκ προοιμίου προκαθορισμένη και δεν απορρέει από ένα μόνο πρόσωπο π.χ. τη Διεύθυνση του Φεστιβάλ. Ανέφερα νωρίτερα πόσο περίπλοκη και πολυεπίπεδη μπορεί να είναι η σχέση καθώς άτομα, δυναμικές του πεδίου, ιστορικά προηγούμενα, κοινωνικά συμφραζόμενα αλλά και τυχαία γεγονότα συμβάλλουν σε αυτό που παρουσιάζεται τελικά και στον τρόπο με τον οποίο θα προσληφθεί από τα μέλη του κοινού.
Η σωματική έκφραση είναι ισχυρότερη από τον λόγο; Κάθε λαός έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ή πρόκειται για μια παγκόσμια γλώσσα;
Το σώμα έχει απίστευτη δύναμη και όντως μπορεί να ‘μιλήσει’ πέρα από τη γλώσσα. Αλλά αυτό είναι και το πιο κοινό στερεότυπο που συναντά κανείς και οδήγησε την κριτική γλώσσα της εποχής που μελετάω στο βιβλίο να αναμασά ανούσιες κοινοτυπίες και να μην μπορεί ουσιαστικά να αναλύσει τί σημαίνει αυτό και πώς λειτουργεί.
Το δεύτερο ερώτημα που θέτετε είναι τεράστιο, και νομίζω δεκαετίες τώρα οι ανθρωπολόγοι, οι ιστορικοί, οι κοινωνιολόγοι κτλ του χορού τοποθετούνται επί αυτού. Εγώ θα απαντήσω με ένα ζήτημα που ανακύπτει από τη μελέτη μου. Καθώς το μπαλέτο στη μεταπολεμική περίοδο εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο (τόσο ως εκπαίδευση, όσο και ως παράσταση) γίνεται δηλαδή ‘lingua franca’, οι ‘εθνικές σχολές’ μπαλέτου γίνονται όλο και πιο ισχυρές και προσπαθούν να οριοθετήσουν τις ιδιαιτερότητές τους μέσα από τις διαφορές τους με τις άλλες Σχολές. Σε ένα άλλο πλαίσιο, ταυτόχρονα, το μπαλέτο είναι μια τέχνη Ευρωπαϊκής καταγωγής που φέρει έναντι άλλον χορευτικών ειδών την κληρονομιά της αποικιοκρατίας αλλά ταυτόχρονα γίνεται ένα ουδέτερο έδαφος για την αποσόβηση των Ψυχροπολεμικών εντάσεων σε τοπικό επίπεδο. Άρα, αντί να απαντήσω σε αυτό που ρωτάτε, δηλαδή σε ζητήματα διεθνικότητας, ιδιαιτερότητας κτλ προσπαθώ να κατανοήσω τις δυναμικές και τις σημασίες που συγκροτούνται πίσω από τις εκάστοτε θέσεις.
Από τους τομείς του χορού με τους οποίους ασχολείστε, ποιο κομμάτι απολαμβάνετε περισσότερο;
Μου είναι δύσκολο να διαλέξω. Η επιμέλεια είναι για μένα μια καλλιτεχνική πρακτική οπότε μου ερεθίζει τη δημιουργικότητα και τη σκέψη, η διδασκαλία με εμπνέει να ανακαλύπτω νέα πράγματα και να μαγεύομαι από τη γοητεία των νέων, η έρευνα είναι μικρόβιο και τα διάφορα ερευνητικά και καλλιτεχνικά πρότζεκτ μου δίνουν την ευχαρίστηση της ομαδικής δουλειάς.
Είστε αισιόδοξη για το μέλλον;
Μάλλον όχι με την έννοια ότι ζούμε σε μια πολύ δύσκολη εποχή που δεν νομίζω ότι άμεσα θα γίνει κάτι ουσιαστικά θετικό. Γενικότερα όμως, είμαι αισιόδοξο άτομο και θεωρώ ότι η ζωή, η φύση, ο άνθρωπος, ο κόσμος, βρίσκει τρόπους προσαρμογής, διαχείρισης και επιβίωσης ακόμα και αν αυτό σημαίνει ότι η ζωή δεν θα είναι όπως την ξέρουμε.
Τι σας δίνει δύναμη και πίστη για τη συνέχεια;
Η νέα γενιά, οι μαθητές μου και ο γιός μου.
Το βιβλίο της Στεριανής Τσιντζιλώνη Υπό τη σκιά του Παρθενώνα κυκλοφορεί από την Κάπα Εκδοτική