Ιωάννης Παπαζήσης / Σε τόπους νέων θεατρικών συναντήσεων
Σε μια πορεία με πολύ σημαντικούς ρόλους, με ενδιαφέρουσες συναντήσεις, με πίστη, συνέπεια και σκληρή δουλειά, Ο Ιωάννης Παπαζήσης συναντιέται φέτος με τον σκληρό, απαιτητικό ρόλο του Κοριολανού, ενός απάνθρωπου ήρωα με ανθρώπινες πτυχές και με το συγκλονιστικό έργο του Σαίξπηρ με την διαχρονική ματιά σε θέματα που βασανίζουν πάντα, όπως η εξουσία, η δημοκρατία ή η σχέση με την οικογένεια, αλλά και με τον εαυτό μας. Μας μίλησε για το έργο του Σαίξπηρ και τα έργα που έχει αγαπήσει, για την παράσταση που παρουσιάζεται κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο Θέατρο Σημείο σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Διαμαντή -και για την άλλη του πλευρά που συναντάμε στην παράσταση του έργου Καμ Μπακ του Βασίλη Κατσικονούρη που παρουσιάζεται στο Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης σε σκηνοθεσία Πέτρου Φιλιππίδη-, για αυτά που πιστεύει, σκέφτεται, ονειρεύεται.
Τι σε γοητεύει στο έργο αλλά και ειδικά στην προσωπικότητα του Κοριολανού;
Πάντα, όποιον ρόλο και να κάνω, ακόμα και αν έχει τον χειρότερο χαρακτήρα, προσπαθώ να τον κάνω τόσο δικό μου που να με γοητεύει έτσι κι αλλιώς. Στον Κοριολανό, ως ύπαρξη και ως γραφή, με γοητεύει το ότι είναι ένας άνθρωπος ο οποίος πέθανε για τις ιδέες του. Ξεκάθαρα. Δεν ταυτίζομαι με τις απόψεις του, ούτε με το γεγονός ότι είναι στρατιωτικός, ούτε με τη σχέση που έχει με την μητέρα του. Ένας άνθρωπος όμως, που πεθαίνει για τις ιδέες και τα ιδανικά του, εμένα προσωπικά με γοητεύει πάρα πολύ.
Στο τέλος όμως υποκύπτει στην μητέρα και την γυναίκα του.
Από τις πρώτες αναγνώσεις κιόλας του έργου, είχα την εντύπωση προς πρόκειται για μία σταύρωση του ήρωα. Ήμουν σίγουρος ότι θα πεθάνει. Υποκύπτει στο τέλος ναι, αλλά υποκύπτει στην ιδέα που ονομάζεται μητέρα, οικογένεια. Δεν παύει να έχει ισχυρά πιστεύω και αυστηρά ιδανικά. Ιδανικά που δεν με βρίσκουν πάντα σύμφωνο, αλλά μερικά καθώς μεγαλώνω με συγκινούν. Η οικογένεια σίγουρα είναι ένα απ΄αυτά.
Τι του στοιχίζει περισσότερο, το πάθος του για εξουσία ή το μίσος του για τον λαό;
Νομίζω ότι ο Κοριολανός δεν είχε πάθος για εξουσία. Οι άνθρωποι που κυβερνούν πρέπει να έχουν τεράστιο ταλέντο για να το κάνουν και θεωρώ ότι ο Κοριολανός είναι στρατιωτικός και αυτό είναι που του κοστίζει. Το να μπει ένας στρατιωτικός στην πολιτική. Ο Κοριολανός δεν ήθελε ποτέ να πάρει αξίωμα πολιτικό, να γίνει Ύπατος. Με αυτήν την επιλογή πραγματοποιεί μία επιθυμία της μητέρας του, όχι μια δική του. Και έτσι αναγκαστικά οδεύει προς τον θάνατο. Και τον πραγματικό και τον ψυχικό. Όλα αυτά όμως, έρχονται δεύτερα για μένα. Πάντα με ενδιαφέρει η ανθρώπινη υπόσταση ενός ήρωα. Η δική μου ανάγνωση του έργου είναι ότι πρόκειται για δύο ανθρώπους: Τον στρατιωτικό, αυτόν που απευθύνεται στον λαό, στους στρατιώτες και τον άνθρωπο που είναι στο σπίτι του που δεν έχει καμία σχέση με τον άλλο. Προσπάθησα να ανακαλύψω την ανθρώπινη πλευρά του. Αυτό ήταν το κυριότερο σημείο που με ενδιέφερε στον ρόλο.
Η μητέρα του τον καθορίζει ολοκληρωτικά.
Νομίζω ναι. Υπάρχει το οιδιπόδειο σύμπλεγμα ξεκάθαρα, αλλά νομίζω πως η μητέρα του είναι αυτή που τον σταυρώνει εξαρχής. Είναι πολύ ενδιαφέρον που δεν αναφέρεται πουθενά στο έργο η λέξη πατέρας. Μου έκανε εντύπωση από την πρώτη στιγμή και δεν έχω απαντήσει ακόμα στο γιατί συμβαίνει αυτό. Η μητέρα του καθορίζει τον θάνατό του γιατί τον αναγκάζει να κάνει αυτά που εκείνη θέλει, κάτι που είναι λάθος εκ των πραγμάτων.
Πολλά από αυτά που λέει είναι απολύτως σωστά. Είναι πάντα το δίκιο στην πλευρά των πολλών;
Και εγώ βρίσκω σωστά πολλά από αυτά που λέει. Το δίκιο γενικότερα δεν είναι πάντα από την πλευρά των πολλών. Όταν μιλάμε για τον Κοριολανό, στην ουσία μιλάμε για τον Σαίξπηρ. Έχει αυτήν την τρομερή γραφή που ακόμα και το αρνητικό το κάνει τόσο όμορφο που σε πείθει. Όλα αυτά που λέει ο Κοριολανός τα δικαιολογεί τόσο όμορφα που αναγκαστικά μας βάζει σε θέση να τον κατανοήσουμε.
Στο τέλος του, ο Κοριολανός αντιλαμβάνεται πως όλα είναι μάταια;
Όχι. Πιστεύω ότι κανένας άνθρωπος δεν αντιλαμβάνεται στο τέλος κάτι. Με φοβίζει περισσότερο ότι στο τέλος όλοι αντιλαμβανόμαστε πως ήρθε το τέλος.
Ποιο ήταν το προσωπικό κέρδος από αυτήν την παράσταση;
Όπως και σε κάθε άλλη παράσταση. Το ότι γνώρισα ανθρώπους. Και κάτι που το επιδίωξα από νωρίς σ΄αυτήν την δουλειά, να συνεργάζομαι με πιο νέους από μένα ανθρώπους. Το ότι συνάντησα έναν σκηνοθέτη πιο νέο από μένα είναι το πρώτο κέρδος. Είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι πάντα οι πιο νέοι είναι αυτοί που ξέρουν καλύτερα. Και αυτό είναι δημοκρατία για μένα: Χώρος στους νέους! Το δεύτερο ήταν ότι ήρθα σε μία σύγκρουση με έναν πολύ μεγάλο ρόλο που ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα τον παίρνω μαζί μου. Αυτά που συμβαίνουν μέσα σου όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με τέτοιους ρόλους, σίγουρα σε πηγαίνουν παρακάτω στην πορεία σου.
Μόλις ξεκίνησε και το Καμ Μπακ του Βασίλη Κατσικονούρη.
Είναι η πρώτη φορά που κάνω νεοελληνικό έργο. Έχει πολύ ενδιαφέρον το ότι κάνουμε ένα έργο που ο συγγραφέας είναι εδώ, μαζί μας. Πρόκειται επίσης για μια πολύ καλή συνάντηση. Είχα την τύχη φέτος σε όλες τις δουλειές μου να συναντήθώ με ανθρώπους που ήθελα πολύ. Το Καμ Μπακ είναι μία κωμωδία, λίγο πιο βαθιά, έτσι όπως γράφει ο Βασίλης Κατσικονούρης. Επέλεξα αυτό το έργο γιατί ήθελα να είναι κάτι πολύ κόντρα στον Κοριολανό που είναι ένας πολύ σκληρός ρόλος. Πάντα η ανάγκη μου και η λογική μου σ΄αυτήν την δουλειά ήταν να κάνω τα πάντα και να μην ανήκω πουθενά. Και νομίζω τα καταφέρνω. Και το ταξίδι συνεχίζεται.
Η υπόθεση του έργου;
Έχει πολύ ενδιαφέρον που ο συγγραφέας το ονομάζει Κωμωδία της μνήμης. Είναι ένας γνωστός δημοσιογράφος –ο ρόλος που υποδύομαι εγώ- σε ένα όχι και τόσο γνωστό κανάλι, οποίος έχει ένα ντοκουμέντο, έχει γράψει κρυφά με κάμερα τον υπουργό εθνικής άμυνας σε μια ανταλλαγή με μίζες και λεφτά. Αυτό έχει γίνει γνωστό και πάει να το προβάλει σε μία εκπομπή για να κάνει το καμ μπακ του, καθώς λείπει έναν χρόνο από την τηλεόραση, αλλά το χάνει σε ένα ταξί. Τελευταίες πελάτισσες στο ταξί είναι δύο κυρίες που πηγαίνει να βρει στο σπίτι τους για να πάρει πίσω το ντοκουμέντο, αλλά πέφτει σε μία τελείως τρελή περίπτωση. Τελικά, αντί να καταστρέψει έναν άνθρωπο, ανακαλύπτει από την αρχή τον εαυτό του και τι θέλει στην ζωή. Αυτό είναι το ποιητικό κομμάτι που βάζει ο Βασίλης Κατσικονούρης στο έργο. Αυτός είναι ο πυρήνας.
Είσαι αισιόδοξος για το μέλλον;
Σε προσωπικό επίπεδο οφείλω να είμαι αισιόδοξος, γιατί πλέον είμαι πατέρας. Ακόμα κι αν δεν νοιώθω έτσι, προσπαθώ να είμαι. Είμαι δεύτερος στην ζωή μου πια. Σε κοινωνικό επίπεδο και πάλι οφείλω να είμαι αισιόδοξος γιατί νομίζω πως αυτό είναι κομμάτι της δουλειάς μου. Να πιστεύω ότι η ζωή είναι ένα χαμόγελο και να το μοιράζομαι με τους ανθρώπους γύρω μου.
Τι σου δίνει χαρά στην καθημερινότητα;
Νομίζω το ότι μετά από δεκαεφτά χρόνια που αποφάσισα να ασχοληθώ με την υποκριτική, ζω ακόμη το όνειρο αυτό.
Από τα θεατρικά κείμενα που έχεις έρθει σε επαφή, ποια κομμάτια έχεις ξεχωρίζει;
Υπάρχουν πολλά. Κάτι που σκέφτομαι συχνά είναι από το έργο Ρωμαίος και Ιουλιέτα του Σαίξπηρ που είχα διαβάσει πριν ακόμα γίνω ηθοποιός. Ενώ ο Ρωμαίος ανεβαίνει τον φράχτη για να συναντήσει την Ιουλιέτα, του φωνάζει ο Μερκούτιο: «Που πας τρελέ; Θα σκοτωθείς!». Και λέει τότε εκείνος: «Γελάει με τα τραύματα όποιος δεν έχει πληγωθεί». Ένα άλλο που με ακολουθεί στην ζωή μου είναι από τους Δαιμονισμένους του Ντοστογιέφσκι εκεί που λέει ο χαρακτήρας που έκανα: «Ώστε λοιπόν έχασα τον χρόνο μου μαζί σας.» και του απαντούσε ο Σταυρόγκιν: «Όχι. Εγώ έχασα τον χρόνο μου με το εγώ». Από τον Κοριολάνο είναι εκεί που ο Σαίξπηρ λέει: «Ας σβήσει το ακατόρθωτο και ας γίνουν όλα τα αδύνατα εφικτά». Μ΄αρέσει αυτό πάρα πολύ.
Κοριολανός του Ουίλιαμ Σαίξπηρ στο Θέατρο Σημείο σε σκηνοθεσία Αλέξανδρου Διαμαντή
Καμ Μπακ του Βασίλη Κατσικονούρη στο ίδρυμα Μιχάλης Κακκογιάννης σε σκηνοθεσία Πέτρου Φιλιππίδη