My Book/Self: Μάριος Κρητικόπουλος
Διαβάζετε καθημερινά;
Προσπαθώ να διαβάζω καθημερινά. Δεν το καταφέρνω πάντα, άλλα ψάχνω μέσα στη μέρα να κλέψω από το εικοσιτετράωρο έστω την μία του ώρα και να την αφιερώσω στο προσωπικό μου διάβασμα.
Από ποια ανάγκη σας προκύπτει η αναγνωστική συνήθεια;
Στην αρχή προέκυψε για λόγους εκπαιδευτικούς. Όντας στο πανεπιστήμιο στο τμήμα θεατρικών σπουδών, διάβασα πάρα πολλά θεατρικά έργα, που από την γραφή τους είναι άμεσα και γρήγορα στο διάβασμα. Στη συνέχεια ήθελα να καλύψω κενά που είχα τόσο στην παγκόσμια όσο και στην ελληνική δραματουργία, όσον αφορά όμως αυτή τη φορά, διηγήματα και μυθιστορήματα. Κάπως έτσι επέρχεται ο εθισμός και αναζητείς κάθε φορά έναν καινούργιο κόσμο που κρύβει το εκάστοτε βιβλίο που κρατάς στα χέρια σου.
Τι προσφέρει στη ζωή σας;
Όσο γραφικό κι αν ακούγεται προσφέρει μία διέξοδο από την ρουτίνα της καθημερινότητας. Αν καταφέρεις και κάνεις το διάβασμα καθημερινό, που να προκύπτει βέβαια από πραγματική ανάγκη κι όχι από υποχρέωση, τότε η καθημερινότητα σου μόνο ρουτίνα δεν είναι, αντιθέτως ανοίγει τις πόρτες του μυαλού σου, δίνοντας του την ευκαιρία να γνωρίσει νέες συγκινήσεις.
Πως διαλέγετε ποιο βιβλίο θα διαβάσετε;
Είναι κάποια βιβλία που έχεις στο μυαλό σου να τα διαβάσεις εδώ και αρκετό καιρό και σιγά σιγά πέφτουν στα χέρια σου. Αυτό αποτελεί προσωπική επιλογή. Υπάρχουν βέβαια και επιλογές βιβλίων, που με την παρότρυνση φίλων, διαβάζω έργα που μπορεί να μην είχα σκεφτεί. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που διαβάζοντας ένα έργο ενός συγκεκριμένου συγγραφέα, οδηγείσαι αυτόματα και σε ένα άλλο δικό του και μετά σε ακόμα ένα άλλο, επίσης δικό του.
Ποιος είναι ο ορισμός του καλού βιβλίου;
Νομίζω αυτό είναι κάτι πάρα πολύ υποκειμενικό. Δεν θεωρώ ότι υπάρχει ορισμός για το αν ένα βιβλίο είναι καλό ή όχι. Το διάβασμα είναι σαν τον θεατή που πηγαίνει στον κινηματογράφο. Όταν κλείσουν τα φώτα της πλατείας ο θεατής πλέον αρχίζει να έχει μία δική του προσλαμβάνουσα, που αυτό θα τον κάνει να πει αν η ταινία ήταν καλή ή κακή. Έτσι και με το βιβλίο, κάθε αναγνώστης έρχεται σε μία προσωπική επαφή και δημιουργεί ένα δίαυλο επικοινωνίας με αυτό. Αν υπήρχε όμως ορισμός που να ορίζει το “καλό” βιβλίο, για εμένα θα ήταν κάπως έτσι. “Καλό βιβλίο είναι αυτό που σου κινεί την περιέργεια να γυρίσεις την επόμενη σελίδα του βιβλίου, καλό βιβλίο είναι αυτό που αγγίζει έστω και ένα κομμάτι της ψυχής σου.”
Ποια είναι η ιδανική συνθήκη διαβάσματος; Που διαβάζετε συνήθως;
Ιδανική συνθήκη διαβάσματος είναι σίγουρα κάπου που υπερισχύει η ησυχία και η ηρεμία. Δεν είμαι από τους τύπους που μπορεί να ανοίξει ένα βιβλίο οπουδήποτε. Συνήθως διαβάζω απογευματινές ώρες, όταν αυτό το επιτρέπει ο προσωπικός χρόνος, στον καναπέ μου με παρέα ένα φλιτζάνι ζεστό καφέ.
Ο Κάφκα είπε: “Τα βιβλία που έχουμε ανάγκη είναι εκείνα που πέφτουν σαν το τσεκούρι στην παγωμένη θάλασσα της ψυχής”. Υπάρχουν βιβλία που σας έχουν κάνει να νιώσετε έτσι; Αν ναι, ποια;
Καμιά φορά αναρωτιέμαι πραγματικά την ανάγκη του συγγραφέα να γράψει ένα βιβλίο. Τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της παγκόσμιας δραματουργίας, είτε αυτά είναι μυθιστορήματα είτε θεατρικά, γράφτηκαν κάποια για βιοποριστικούς λόγους,άλλα μετά από παραγγελίες τρίτων, κι άλλα φυσικά από την ανάγκη του ίδιου του συγγραφέα. Υπάρχουν λοιπόν, βιβλία, που ανακαλύπτουμε στη πορεία του διαβάσματος ότι μάλλον τα έχουμε ανάγκη. Ένα βιβλίο που “έπεσε σαν το τσεκούρι στην παγωμένη θάλασσα της ψυχής” μου είναι το “Έγκλημα και Τιμωρία” του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι. Ένα άλλο πολύ διαφορετικό από το προηγούμενο που με ταρακούνησε με την καλή έννοια και το διάβασα με την παρότρυνση ενός πολύ δικού μου ανθρώπου, είναι “Οι Αόρατες Πόλεις” του Ίταλο Καλβίνο.
Ποιο βιβλίο θα προτείνατε σε κάποιον να διαβάσει;
Χωρίς δεύτερη σκέψη, θα πρότεινα “Τις Αόρατες Πόλεις” του Ίταλο Καλβίνο. Είναι ένα βιβλίο που ο κάθε ένας θα επιλέξει την δικιά του αγαπημένη “πόλη”.
Ποιο βιβλίο διαβάζετε αυτήν την περίοδο;
Διαβάζω το μυθιστόρημα του Παύλου Μάτεσι “Η μητέρα του σκύλου”.
Μοιραστείτε μαζί μας την πρώτη του φράση…
Θα μοιραστώ την πρώτη παράγραφο: “Λέγε με Ραραού καλύτερα. Ρουμπίνη βέβαια είναι το βαφτιστικό μου, πλην ουσιαστικώς βαφτίστηκα Ραραού όταν βγήκα στο Θέατρο και με αυτό το όνομα έφτασα όπου έφτασα και στο βιβλιάριο ΙΚΑ έχω προσθέσει “Δεσποινίς Ραραού, Ηθοποιός”, έτσι θα με γράψουν και στο επιτύμβιο μου. Τη Ρουμπίνη την έχω διαγράψει. Ξεγράψει. Άσε πια το επίθετο, Μέσκαρη.
Ο Μάριος Κρητικόπουλος συμμετέχει στην παράσταση Το κορίτσι που επιμένει, σε σκηνοθεσία Τηλέμαχου Τσαρδάκα, που παρουσιάζεται στο Θέατρο Άβατον, και από τον Ιανουάριο θα ξεκινήσει πρόβες για το έργο Ένας στρατιώτης που τον έλεγαν Λαβ του Ιάσονα Σίγμα, σε σκηνοθεσία Ελένης Μποζά, που θα παρουσιαστεί στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.