Γυναίκες / Ένα κείμενο με αφορμή την παράσταση Top Girls που παρουσιάζεται στο Θέατρο Πόρτα
Συνοδεύουμε την Μαρλήν -μια δυναμική, επιτυχημένη γυναίκα καριέρας της δεκαετίας του ‘80- στις 3 πράξεις του έργου. Κάθε πράξη μας προετοιμάζει για την επόμενη, εισάγοντάς μας σε ένα ευρύτερο πλαίσιο που γίνεται σιγά σιγά πιο συγκεκριμένο και προσωπικό.
Στη συγκέντρωση γύρω από το τραπέζι της πρώτης πράξης, η Μαρλήν τοποθετείται ανάμεσα σε γυναίκες που έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους στην ιστορία. Ανοίγονται, μιλώντας για τα βιώματά τους, με μια έντονη ανάγκη να γίνει λέξεις αυτό που έχει βιωθεί. Ωστόσο δεν πρόκειται για μοίρασμα, ούτε για συνομιλία. Τα τραύματα του παρελθόντος, που με τη βοήθεια του αλκοόλ ξεστομίζονται με ευκολία, περιμένουν να βγουν από το σφραγισμένο σεντούκι τους, επειδή ασφυκτιούν, παρά με σκοπό να περιεχθούν και να φροντιστούν. Έτσι παρακολουθούμε τις γυναίκες του δείπνου να μιλάει η μια πάνω στην άλλη, χωρίς καν να κρατούν τους τύπους ευγενείας. Σαν να ξερνούν αλήθειες, πολλές φορές με παγωμένο συναίσθημα, καθώς η πραγματικότητα είναι τόσο αφόρητη για να προσεγγιστεί με άλλον τρόπο.
Και αφού τις παρακολουθήσαμε να “ξεγυμνώνονται” μπροστά μας, μεταφερόμαστε σε ένα γυναικοκρατούμενο γραφείο, τη δεκαετία του ’80. Πράξη δεύτερη. Γρήγοροι ρυθμοί, γυναίκες που μετακινούνται διαρκώς, τσουλώντας από τη μια μεριά στην άλλη με τις καρέκλες τους, για να προλάβουν…Σαν να βιάζονται να καλύψουν το χρόνο που χάθηκε, ευκαιρίες καριέρας, ανάδειξη ενός κρυμμένου δυναμισμού και ικανοτήτων. Μια μικρή παύση του ακατάπαυστου εργασιακού ρυθμού προσφέρει η εισβολή της ανιψιάς της Μαρλήν στο γραφείο. Η συνάντηση της στυγνής, παντοδύναμης Μαρλήν με το οικογενειακό της περιβάλλον προκαλεί ρωγμές στην απροσπέλαστη όψη της. Τι χρειάζεται να αποκλείσει από τον ψυχισμό της και τις ανάγκες της, ώστε να διατηρεί την εικόνα της “σιδηράς κυρίας” του γραφείου;
Την απάντηση προσφέρει η συνάντηση με το παρελθόν, με τις ρίζες, με την αδελφή της. Στην τρίτη πράξη καταλαβαίνουμε πως για να αποκλείσουμε τραυματικά κομμάτια της ιστορίας μας, δεν γίνεται απλώς να τα αφήσουμε πίσω μας. Η Μαρλήν έφυγε μακριά από την επαρχιακή πόλη που μεγάλωσε και αποστασιοποιήθηκε από οικογενειακούς δεσμούς που την πληγώνουν. Φόρεσε την πανοπλία της σύγχρονης, χειραφετημένης γυναίκας και πίστεψε πως έτσι θα μπορέσει να ανταπεξέλθει. Οι στοματικές απολαύσεις (αλκοόλ και φαγητό) της πρώτης πράξης και οι γρήγοροι ρυθμοί της δεύτερης είναι οι σύμμαχοί της για να την κάνουν να αποκλείσει το ενδεχόμενο σύνδεσης με τραυματικές οικογενειακές εμπειρίες. Τις φέρει μέσα της, αλλά τις μουδιάζει με το αλκοόλ, τις αδρανοποιεί με την ακατάπαυστη ενέργεια που διοχετεύει στη δουλειά της. Όταν επιτέλους στέκεται για λίγο και κάθεται στο τραπέζι συνομιλώντας με την αδελφή της, αποκαλύπτεται η οδύνη που κουβαλάει μέσα της.
Διαπιστώνουμε πως χρειάζεται χώρος για να φωτιστούν όλες οι ποιότητες του ψυχισμού της Μαρλήν. Γι΄ αυτό και καμία πράξη του έργου από μόνη της δεν μπορεί να σταθεί, αλλά αναδεικνύει η μια την άλλη, παραθέτοντας ξεχωριστά τμήματα ενός κομματιασμένου Εγώ της Μαρλήν, που μάταια, μέσω της εργασιακής επιτυχίας, επιχειρεί να επανενωθεί.
Γράφει η Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια Αγγελική Κουτελιά
Πληροφορίες για την παράσταση εδώ.