η αξία της αναμονής / Ένα κείμενο με αφορμή την παράσταση Περιμένοντας τον Γκοντό που παρουσιάζεται στο Θέατρο Χώρος
«Πάντα βρίσκουμε κάτι για να ξεγελιόμαστε. Για να νομίζουμε τάχα πως ζούμε».
Το μπεκετικό δίδυμο Βλαδίμηρου – Εστραγκόν, ένα ζευγάρι άστεγων, παλιάτσων που αρχικά φαίνεται ξένο-μη οικείο, πλησιάζει όλο και περισσότερο (απειλητικά;) τον κόσμο του θεατή. Πώς αλλιώς θα γινόταν; Ένα δίδυμο ανθρώπων που περιμένουν υπομονετικά (τον Γκοντό), χωρίς να έχει σημασία ότι περιμένουν κάποιον συγκεκριμένο, αλλά με την αναμονή να δίνει νόημα στην κενότητά τους, αγγίζει κομμάτια της δικής μας αίσθησης κενότητας και σημασίας που δίνουμε στην ελπίδα της αναμονής.
Ορίζουμε τον χρόνο μας περιμένοντας κάτι και εν τέλει γινόμαστε δέσμιοι αυτού που περιμένουμε. Στο έργο σκιαγραφείται η οπτικής της ανίας στην αναμονή, μέσα από τους ήρωες που προσπαθούν να διασκεδάσουν για να σκοτώσουν τον χρόνο τους, μέχρι να έρθει ο Γκοντό. Δεν υπάρχει αγωνία, ούτε προσπάθεια να διαμορφώσουν τις καταστάσεις.
Το μόνο νόημα στη ζωή τους το δίνει η παρουσία του Άλλου, αυτού που καθρεφτίζει την ύπαρξη τους. Το αόρατο βλέμμα του μεγάλου Άλλου (Γκοντό/Θεού) αυτού που πλάθουμε εμείς στην ανάγκη μας να υπάρχει και κάποιος που μας αξιολογεί και μας επιβλέπει. Και το ορατό βλέμμα του Άλλου- της μητρικής παρουσίας, που μέσα από το βλέμμα της οργανώνεται η ύπαρξη μας. Στο συγκεκριμένο θεατρικό δίδυμο η ματαιότητα είναι τόσο έντονη που η παρουσία του Άλλου δεν είναι αρκετή για να τους κρατήσει στη ζωή. Όλα αφήνονται στην τύχη τους.
«Βλαδίμηρος: Θα κρεμαστούμε αύριο. Εκτός κι έρθει ο Γκοντό.
Εστραγκόν: Κι αν έρθει;
Βλαδίμηρος: Σωθήκαμε.»
Στις μέρες μας η αναμονή βιώνεται διαφορετικά. Υπάρχει η ανάγκη διαγραφής της αναμονής, αλλά με τόσο άγχος στην ανάγκη αποσιώπησής της, που καταλήγουμε στο ίδιο σημείο με την ανία: αυτό της αδυναμίας εύρεσης ενός νοήματος που πλάθεται από τις επιθυμίες μας. Οι νέες τεχνολογίες (βλέπε κινητό) έχουν αναλάβει το βαρυσήμαντο ρόλο της κάλυψης του κενού χρόνου, ενός χρόνου ανάμεσα στις συναντήσεις. Και σιγά σιγά αντικαθιστά και τις ίδιες τις συναντήσεις. Φαντάζει σχεδόν αδιανόητο να θυμηθούμε πώς καλύπταμε τον χρόνο αναμονής- τον πλέον βιωμένο ως χαμένο χρόνο. Η μη ανοχή στην αναμονή μας κάνει να ψάχνουμε με καταναγκασμό τον Άλλο, δίνοντάς μας την ψευδαίσθηση της επαφής και μας απομακρύνει από το να συναντηθούμε με τον εαυτό μας χωρίς παρεμβολές. Δεν μπορούμε να βαρεθούμε. Αλλά αν δεν βαρεθούμε πώς θα δημιουργήσουμε; Πώς θα επιθυμήσουμε;
Γράφει η Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια Αγγελική Κουτελιά
Πληροφορίες για την παράσταση εδώ.