Εκτός χρόνου / Ένα κείμενο με αφορμή την παράσταση Η Θέληση που παρουσιάζεται στο Μπάγκειον
Δεν υπάρχει καλύτερη χρονική στιγμή από το παρόν, όταν έχουμε χάσει τα πάντα / Σιμόν Βέιλ-Γαλλίδα φιλόσοφος και ακτιβίστρια (1909-1943).
Σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου η Σιμόν Βέιλ αφήνει την τελευταία της πνοή. Και όμως η αίθουσα στο Μπάγκειον, παρά τις φθορές του χρόνου, μοιάζει να ζωντανεύει. Ο θάνατος της Σιμόν στέκεται σιωπηλός μπροστά στο πάθος της για ζωή ανυπότακτη. Ο κόσμος μας μοιάζει νεκρωμένος μπροστά στην ανάγκη της να σκεφτεί, να μάθει την αλήθεια, να αναλάβει την ευθύνη της, να τη μοιραστεί χωρίς ιδιοτέλεια. Η διεκδικητικότητά της τονίζει τη στασιμότητα μας.
Μιλάει για τη βία της εποχής της, μιλώντας για τη σημερινή βιαιότητα. Βία που μεταλλάσσει τον άνθρωπο σε αντικείμενο.
Η Σιμόν έκανε πεντάλ κλαίγοντας. Πονούσε όλο της το κορμί και έκλαιγε. Έβγαινε εκτός χρόνου. Μη παραγωγική μηχανή. Περισσότερος κόπος και δυσφορία, περνώντας ώρες με ανθρώπους άγνωστους δίπλα της. Ίσως να είχε γνωρίσει καλύτερα τη μηχανή της. Υπηρετούσε τη μηχανή της, με ένα αίσθημα μηχανικής ευτυχίας.
Με το ίδιον ρυθμό αυτοματισμού που κυλάει η ζωή μας. Με ακρίβεια στην επαναληψιμότητά μας, αναζητάμε την οθόνη του κινητού μας . Ψάχνουν να χωρέσουν λιγοστές στιγμές ελευθερίας ανάμεσα στην επιβολή της μηχανής. Προσδιοριζόμαστε μέσω της παραγωγικότητάς μας. Μας καθηλώνει η έλλειψη αποδοτικότητάς μας. Μαθαίνουμε να υποδυόμαστε ρόλους από την αρχή της ζωής μας, πριν καν ανακαλύψουμε τι θέλουμε. Ήσυχο παιδί, καλός μαθητής, υπάκουος εργαζόμενος, σωστός οικογενειάρχης. Δεν γνωρίζουμε το διπλανό μας. Περνάμε ώρες ολόκληρες εκθέτοντας πληροφορίες για τη ζωή μας, μαθαίνοντας στοιχεία των άλλων, χωρίς να συνομιλούμε πραγματικά.
Η προσαρμοστικότητά μας στις τάσεις της εποχής είναι η ανοχή μας απέναντι στη βία. Η σιωπηλή μας συγκατάβαση μπροστά σε ένα παιδί που δεν αφήνεται να παίξει με τη φαντασία του. Που εγκλωβίζει τη σκέψη του στους κανόνες ενός πλαστικού, τυποποιημένου παιχνιδιού. Η βία αναβλύζει από την κανονικοποίηση μιας συνάντησης μεταξύ εφήβων που διαμεσολαβείται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η βία τρυπώνει μέσα στις ρωγμές της αγωνίας μας να κατοχυρώσουμε την ιδιοκτησία μας, μετατρέποντας τους γύρω μας σε ύποπτους διεκδικητές της. Η βία βρίσκει χώρο ανάμεσα στους διαχωρισμούς μας με οτιδήποτε διαφέρει από το κυρίαρχο.
“Η βία μετατρέπει όποιον υποτάσσει σε αντικείμενο. Όταν ασκείται ολοκληρωτικά επάνω του, μεταλλάσσει τον άνθρωπο κυριολεκτικά σε πράγμα, γιατί τον μετατρέπει σε πτώμα”/ Σιμόν Βέιλ
Όσο εγκλωβισμένοι είμαστε στις υλικές μας ανάγκες, αντλώντας απομιμήσεις ασφάλειας από την κατοχή πραγμάτων, τόσο αποδεσμευμένη στάθηκε η Σιμόν. Υπήρξε μονίμως αντιμέτωπη με την ευθύτητά της να ανακαλύπτει την αλήθεια και με τη μόνιμη άρνησή μας απέναντι στην αλήθεια της.
Αρνούμενη να τραφεί, πέθανε αγανακτισμένη με την ευκολία μας να ορίζουμε ως “εκτός πραγματικότητας” όσους περιφρουρούν την αλήθεια. Αν η ζωή της αντλούσε νόημα από τις καθημερινές της διεκδικήσεις, πόση πίκρα άραγε να της προκαλούσε το ερεβώδες βλέμμα των γύρω της; Τι θα μπορούσε να της δώσει τροφή για ύπαρξη, όταν μπορούσε να δει τριγύρω της την ανυπαρξία; Ανάμεσα σε ανθρώπους που αφήναν τον εαυτό τους να μετατοπίζεται με τυχαιότητα, παραιτημένοι μέσα στην υποκρισία της ύπαρξής τους;
Γράφει η Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια Αγγελική Κουτελιά
Πληροφορίες για την παράσταση εδώ.