Μάνος Καρατζογιάννης / Ήχοι, απόηχοι και αποσιωπητικά
Προεκλογική περίοδος στην Αθήνα. Υποσχέσεις, ελπίδες, αναταραχή. Μία μητέρα ανακαλύπτει την κρυφή-προσωπική πραγματικότητα του γιου της και καθώς δεν ήταν αυτή που νόμιζε έρχεται σε ρήξη μαζί του. Μια ρήξη που ο απόηχός της θα καθορίσει τις ζωές του για πάντα. Ο Μάνος Καρατζογιάννης, ένα χρόνο μετά τον θάνατο της Λούλας Αναγνωστάκη, σκηνοθετεί το έργο Ο ήχος του όπλου στο Θέατρο Σταθμός. Μια επιλογή που αποτελεί φόρο τιμής στην μεγάλη συγγραφέα, μια επιλογή που η αλήθεια της λειτουργεί θεραπευτικά, μια επιλογή που μοιράζεται με εκλεκτούς συνεργάτες και με εμάς. Μίλησε στο Cue για την αξία του έργου, το “εδώ και τώρα” της παράστασης και τα αποσιωπητικά του που έπειτα μας ακολουθούν.
Γιατί επιστρέφεις στην Λούλα Αναγνωστάκη; Τι είναι αυτό που σε συνδέει μαζί της;
Για να είμαι απολύτως ειλικρινής σκέφτηκα πολύ για το αν θα έπρεπε να ασχοληθώ ξανά με ένα έργο της Λούλας Αναγνωστάκη, όσο και αν την αγαπώ, γιατί από όταν βγήκα στο θέατρο έχω παίξει σε τέσσερα έργα της, έχω σκηνοθετήσει άλλα τέσσερα, έχω γράψει ένα βιβλίο, έχω επιμεληθεί την σχετική έκδοση του Εντευκτηρίου, ολοκληρώνω τις διδακτορικές μου σπουδές και μαζί με τον Γρηγόρη Ιωαννίδη και την Δήμητρα Κονδυλάκη δουλέψαμε για την έκθεση που έγινε στο Φεστιβάλ Αθηνών. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση που σε αυτές τις 1500 παραστάσεις που έχουμε φέτος, δεν είδα ένα έργο από το ρεπερτόριό της, ούτε από μεγάλους φορείς, ενώ βρισκόμαστε ένα χρόνο μετά τον θάνατό της. Ο ΘΟΚ είχε την αντίστοιχη ευαισθησία και ανεβάζει κι αυτός τον Ήχο του Όπλου. Οπότε, μιας και έχω την καλλιτεχνική διεύθυνση του Θεάτρου Σταθμός, αποφάσισα να ανεβάσω το πιο γνωστό της έργο. Ένα έργο που το είχα παίξει κι εγώ πριν δέκα χρόνια και που έδωσα εξετάσεις για να αποφοιτήσω από τη σχολή μ΄αυτό. Είναι ένα ρολόι για μένα αυτό το έργο.
Η σκηνοθεσία προέκυψε από το κείμενο ή από την ομάδα και την συνάντηση;
Η σκηνοθεσία προέκυψε από την δραματουργική έρευνα όλων αυτών των ετών. Μου είναι πολύ σαφές ότι από το 1972 η Αναγνωστάκη γράφει σε εικόνες, με αποκορύφωμα τον Ήχο του Όπλου το 1987. Όπως επίσης γνωρίζω, λόγω της φιλίας που είχαμε, ότι αγαπούσε πάρα πολύ τον κινηματογράφο. Μου είχε εκμυστηρευτεί ότι θα ήθελε να γράφει γι αυτόν. Είχε μάλιστα, γράψει δύο σενάρια –πράγμα το οποίο δεν είναι πολύ γνωστό- για την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Νίκο Κούρκουλο, τις Ερωτικές Ιστορίες, την σπονδυλωτή αυτή ταινία του Καψάσκη του 1958, καθώς και τον Ξενιτεμό του Καβαλάρη με τον Νίκο Ξανθόπουλο το 1962, πριν την εμφάνισή της στο Θέατρο Τέχνης με την Τριλογία. Μελετώντας είδα αυτό που έλεγε ο Κάρολος Κουν, ότι πρόκειται για πλάνα. Από εκεί και πέρα φυσικά άντλησα στοιχεία από τους ηθοποιούς. Εκτός από τα στοιχεία του ρόλου, ήθελα να εντάξω και τα προσωπικά τους στοιχεία, να είναι και για εκείνους μια ψυχική συνάντηση με τα δραματικά πρόσωπα του έργου. Βέβαια, πάντα ισχύει αυτό που έλεγε ο Μίνως Βολανάκης, ότι η διανομή είναι η μισή σκηνοθεσία.
Πως είναι το να ασχολείσαι με ένα κείμενο που έχει γραφτεί στην γλώσσα μας;
Είναι σημαντικό κυρίως για τους ηθοποιούς. Είμαι πολύ περήφανος για τα νέα παιδιά που συμμετέχουν στην παράσταση και σχεδόν συστήνονται με αυτήν την δουλειά. Θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό να «μιλάμε» το αίσθημα στη γλώσσα μας. Βοηθάει πολύ στο να προχωρήσεις στο θέατρο, να μάθεις θέατρο, διότι το θέατρο μαθαίνεται την ώρα της σκηνής. Εδώ είχαμε την τύχη να δουλέψουμε όλοι με πολλή ακρίβεια μια παράσταση που είναι χορογραφημένη από τα πιο λεπτά μέχρι τα πιο εμφανή της σημεία.
Γιατί οι σχέσεις των ηρώων –και γενικά των ανθρώπων- χαρακτηρίζονται από ασυνεννοησία;
Γιατί εισβάλλει στην ζωή τους η δημόσια σφαίρα, η οποία είναι γεμάτη ένταση, ανατροπές, τραύματα, ενοχές και ήττα. Και δεν ξέρω κατά πόσο έχει αλλάξει αυτή η δημόσια σφαίρα αυτά τα τριάντα χρόνια. Τα ίδια πράγματα που υπήρχαν τότε, υπάρχουν και τώρα. Αυτό το προεκλογικό κλίμα του Ήχου του Όπλου του ’87 και του ’88 είναι ίδιο με το σημερινό. Τα μόνα που αλλάζουν –και για αυτό μιλάει σαφέστατα η δραματουργία της Αναγνωστάκη- είναι η άνοδος του νεοφασισμού σε όλο τον κόσμο που είναι ένα πολύ σοβαρό πολιτικό ζήτημα και το οικολογικό ζήτημα, του οποίου τον κίνδυνο οφείλουμε να αντιληφθούμε όλοι.
Οι ήρωες μοιάζουν όλοι να έχουν δίκιο. Γιατί δεν μπορούν να το στηρίξουν;
Όταν όλοι οι ήρωες έχουν δίκιο, μιλάμε για τραγωδία. Αυτό συμβαίνει στις τραγωδίες του Αρχαίου Δράματος. Όλοι έχουν δίκιο. Εκεί, η εγγύτητα των σχέσεων μας κάνει να μην μπορούμε να δούμε το δίκιο του άλλου. Γι αυτό και οι σχέσεις θέλουν πάρα πολύ δουλειά.
Η ελληνική οικογένεια αποτελεί ειδική περίπτωση;
Αυτό είναι και το ζήτημα του έργου. Η ελληνική οικογένεια. Και είναι ένα θέμα που μας αφορά όλους. Το σημαντικό είναι πως η Λούλα Αναγνωστάκη τολμάει να μιλήσει για τις παγίδες της ζωής πολύ ξεκάθαρα –σε μια κοινωνία όπως η ελληνική όπου η οικογενειοκρατία είναι πολύ ισχυρή-.
Ο Γιάννης Βαρβέρης λέει πως Ο Ήχος του Όπλου είναι ένα έργο με «πλοκή και παρασιωπούμενη επιπλοκή» και πως η Αναγνωστάκη υπογράφει με αποσιωπητικά.
Έχει πολύ δίκιο. Ο λόγος της Αναγνωστάκη πάντα είναι υπαινικτικός, εξού και τα αποσιωπητικά που είναι πάρα πολύ σημαντικά στην στίξη του κειμένου. Όπως συμβαίνει και στην γραφή του Καμπανέλλη. Δεν είναι τυχαίο που αυτοί οι δύο συγγραφείς γράφουν με αυτόν τρόπο. Πρόκειται για μία ανοιχτή δραματουργία που είναι ανοιχτή στην ερμηνεία. Για αυτό και επισημαίνεται συχνά ότι η Αναγνωστάκη έχει πολλά «πιντερικά» στοιχεία.
Είναι οι άνθρωποι ότι και η εποχή τους;
Ναι. Και το αντίστροφο. Δεν ξέρω ποιο από τα δύο λειτουργεί αυθύπαρκτα.
Το θέατρο πέρα από αισθητικό ζήτημα, είναι και μία υπόθεση εκπαιδευτική και εθνική;
Είναι μια υπόθεση πανανθρώπινη και ό, τι είναι πανανθρώπινο εμπεριέχει όλα τα έθνη.
Ποιο ήταν το προσωπικό κέρδος από αυτή την την δουλειά στην συγκεκριμένη χρονική στιγμή;
Πρώτα απ’ όλα είναι το ότι μίλησα για κάτι που με πίεζε πολύ. Πιέστηκα ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια από κάποιες απώλειες και με ανακούφισε ο τρόπος που το έργο μιλάει για αυτά που χάνονται. Για αυτό και σκέφτηκα το τραγούδι Τα θερινά σινεμά, που λέει πως φεύγουν οι άνθρωποι και τα χρόνια με κρότο μακριά και αυτό που μένει τελικά είναι ένας απόηχος. Ήταν για μένα μια θεραπευτική δουλειά, παρά την δυσκολία που έχει η ενασχόληση με την δραματουργία της, που ενέχει τραύματα και συγκρούσεις.
Τι σε φοβίζει;
Σε ιδιωτικό επίπεδο με φοβίζει η ασθένεια. Και κατά συνέπεια η απώλεια. Είναι πολύ δύσκολα ζητήματα. Σε συλλογικό επίπεδο με φοβίζει πάρα πολύ η άνοδος του φασισμού και η βία.
Τι σου δίνει δύναμη;
Δύναμη μου δίνει η αγάπη.
Ο ήχος του όπλου της Λούλας Αναγνωστάκη σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη στο Θέατρο Σταθμός
Σκηνοθεσία: Μάνος Καρατζογιάννης
Σκηνικά: Γιάννης Αρβανίτης
Κοστούμια: ΒασιλικήΣύρμα
Φωτισμοί: Αλέξανδρος Αλεξάνδρου
Βοηθός σκηνοθέτη: Φλάβιους Νεάγκου
Μουσική επιμέλεια:. Αντώνης Παπακωνσταντίνου
Ερμηνεύουν: Πέγκυ Σταθακοπούλου, Τζένη Σκαρλάτου, Βασιλική Τρουφάκου, Σταύρος Μερμήγκης, Αγησίλαος Μικελάτος, Κώστας Νικούλι.
Παραγωγή: Θεάτρου Σταθμός – ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Σερρών
Η παράσταση επιχορηγείται από το Υπουργείο Πολιτισμού
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Πρεμιέρα: Παρασκευή,9 Νοεμβρίου στις 21:00
Παραστάσεις: από 9 Νοεμβρίου 2018 έως 21 Ιανουαρίου 2019
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Πέμπτη και Παρασκευή στις 21:00, Σάββατο και Κυριακή στις 19:00
Εισιτήριο: 15€(Κανονικό), 12€(Φοιτητικό), 10€(Ανέργων, ΑΜΕΑ, Άνω των 65, Ομαδικές Κρατήσεις άνω των 10 ατόμων)
Διάρκεια: 110 λεπτά
Χώρος: Θέατρο Σταθμός
Διεύθυνση:Βίκτωρος Ουγκώ 55, Αθήνα (Μετρό Μεταξουργείο)
Τηλ.:210 52 30 267