Βαγγέλης Αμπατζής / Πίστη στο μέλλον του θεάτρου

Φωτογραφία: Αποστόλης Κουτσιανικούλης
Τα θέατρα άνοιξαν μετά από πολύμηνο κλείσιμο, λόγω των μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας. Το γεγονός αυτό αποτελεί μεγάλο ζήτημα για όλους μας, ηθοποιούς, σκηνοθέτες, συντελεστές και θεατές. Η Θεατρική Ομάδα C. for Circus ετοιμάζει την επιστροφή της στο πλευρό των θεατών στο Ανοιχτό Θέατρο Χυτήριο με τον Γλάρο του Τσέχωφ σε σκηνοθεσία Νικόλα Παπαδομιχελάκη. Μια άκρως ενδιαφέρουσα επιλογή για την παρούσα συγκυρία, καθώς πρόκειται για έναν ιδιοφυή συγγραφέα που γράφει για τον άνθρωπο, την κοινωνία και την αναπόφευκτη αλληλεπίδρασή τους. ¨Οι ήρωες του Τσέχωφ πάσχουν από την ασθένεια της υπάρξεως¨. Παρόλο που αγωνίζονται για την ομορφιά, κατανοούν πως η ζωή αποτελείται από δυσκολίες και αυτό τους απελπίζει βαθιά. Μόνη λύση η συνέχεια της προσπάθειας για επιβίωση. Ο Βαγγέλης Αμπατζής μας μίλησε για το θέατρο όπως το νιώθει και το αντιλαμβάνεται, αλλά και πως το βιώνει τώρα, για την συνεργασία του με την Ομάδα και την ομορφιά που ανακάλυψε στον Τσέχωφ, για την δυναμική και την δύναμη της ομαδικής δουλειάς.
Πώς είναι η εμπειρία του να επιστρέφεις στο θέατρο μετά από τόσους μήνες παύσης;
Αντιφατικά τα συναισθήματα. Νιώθω χαρά, νιώθω τυχερός, νιώθω σαν να ξανασυναντάω κάποιον παλιό φίλο που έχω χρόνια να δω. Απλές διαδικασίες ρουτίνας όπως το ζέσταμα ή το να στήσουμε το σκηνικό, τις καρέκλες, μου δημιουργούν ξαφνικά συγκίνηση, σαν να έχουν περάσει χρόνια. Νιώθω φυσικά θυμό για τον τρόπο διαχείρισης της πανδημίας, για την απαξίωση και την επίθεση που δέχτηκαν και δέχονται οι καλλιτέχνες από την πολιτεία. Έχω πάντα στο μυαλό μου ότι οι καλοκαιρινοί μήνες ενδέχεται να είναι ένα σύντομο διάλειμμα πριν την επόμενη παύση.
Πώς νομίζεις ότι άλλαξε το θέατρο και τους ανθρώπους του η εμπειρία του τελευταίου χρόνου;
Δε θέλω να πω ότι το εκτίμησαν περισσότερο, κατάλαβαν πόσο το αγαπούν κ.λπ. Για να κάνει κανείς αυτή τη δουλειά με όλα τα εμπόδια και τις δυσκολίες που έχει, δείχνει ότι η εκτίμηση και η αγάπη για το θέατρο είναι δεδομένη. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι μεγάλο μέρος των εργαζόμενων του θεάτρου έκαναν βήματα πολιτικοποίησης. Συναντήθηκαν, οργανώθηκαν, συσπειρώθηκαν σε έναν βαθμό και μακάρι αυτό να κρατήσει και να αφήσει πίσω του μια σημαντική παρακαταθήκη.
Επηρεάστηκε σημαντικά ο τρόπος που γίνεται το θέατρο. Αποστάσεις, όχι αγγίγματα, μάσκες, λίγοι θεατές, μεγαλύτερος χώρος. Το θέατρο καλείται τώρα να ανταγωνιστεί καινούργια θηρία. Πολλαπλούς περιορισμούς, οικονομικά εμπόδια και αποκλεισμούς (στην καλύτερη περίπτωση θα βρεθούν κάποια χρήματα χωρίς να υπάρχει ουσιαστικά ο τρόπος να γίνει μια παράσταση), τη μόδα της τηλεργασίας (live-streaming, theater on-demand) και άλλα πολλά. Αυτός ο ανταγωνισμός, λοιπόν, ακόμα διαμορφώνεται και είναι νωρίς, νομίζω, να πει κανείς πώς θα μετασχηματίσει το ίδιο το θέατρο ως προς τη φόρμα ή το περιεχόμενό του.
Τι νέο έμαθες ή σκέφτηκες; Τι ελπίζεις για το μέλλον;
Έμαθα να ξαναδιαβάζω Πληροφορική. Ξανάπιασα τις παλιές σπουδές μου.
Σκέφτηκα πως εκεί που η αρρώστια και ο θάνατος σε μαζική κλίμακα ήταν κάτι μακρινό, σε άλλες κοινωνίες, σε άλλες χώρες, τώρα είναι δίπλα μας. Αυτό κάτι αφήνει στις σχέσεις μας, δεν μπορεί.
Όσο για το μέλλον, θέλω να μην επιστρέψουμε στην “κανονικότητα”. Αυτό που διαβάζουμε στα Μέσα ως επιστροφή ή ως κανονικότητα σημαίνει μοναξιά, ο καθένας για τον εαυτό του, κατάργηση του 8ωρου, ανεργία, αστυνομία, υστερία, γενικευμένος φόβος, κι άλλη αστυνομία, να προλάβουμε να ξεπουλήσουμε τη φύση, τέχνη λίγων και εκλεκτών, σάχλες του lifestyle ως αντίδοτο στις έγνοιες του φιλήσυχου πολίτη. Μακριά από τέτοιες κανονικότητες. Αυτό ελπίζω.
Πώς δουλέψατε για την παράστασή σας;
Σε έναν κύκλο με δέκα καρέκλες και αποστάσεις μεταξύ τους. Οι υγειονομικές συνθήκες αφενός και η ανάγκη του σκηνοθέτη (Νικόλα Παπαδομιχελάκη) αφετέρου, να δοθεί έμφαση πρωτίστως στο κείμενο του Τσέχωφ, υπαγόρευσαν και τον τρόπο δουλειάς. Περάσαμε όλοι απ’ όλους τους ρόλους. Αγαπήσαμε ή τουλάχιστον υπερασπιστήκαμε όλους τους χαρακτήρες του έργου και βάλαμε μπρος. Η αβεβαιότητα για το αν θα παίξουμε τελικά, πότε και πού, προσέδωσε μάλλον μια ελευθερία στη συνολική δουλειά.
Τι σε συγκινεί στον Τσέχωφ; Στον Τρέπλιεφ;
Ο Τσέχωφ δίνει την αίσθηση πως σε κάθε χαρακτήρα που φτιάχνει προσπερνά το δέρμα και την εμφάνιση και πάει κατευθείαν στην ψυχή. Οι ήρωες διερωτώνται εσωτερικά για φοβερά ζητήματα της ύπαρξης, έρχονται αντιμέτωποι με τρομερά αδιέξοδα, κι όμως όλα συμβαίνουν σε ένα πλαίσιο καθημερινότητας. Αυτό που μένει είναι ο απόηχος μιας προσωπικής τραγωδίας, ενώ ταυτόχρονα δίπλα από την τραγωδία κάποιοι προσπαθούν να ζήσουν και κάνουν πάρτυ.
Με συγκινεί η μοναξιά του Τρέπλιεφ. Από τη μία, θυμίζει την αμηχανία του Άμλετ μπροστά στα μεγάλα ερωτήματα. Από την άλλη, ορμάει μπροστά σαν τον Δον Κιχώτη, μόνο που έχει την επίγνωση πως μπροστά του δεν βρίσκονται γίγαντες αλλά ανεμόμυλοι.
Οι άνθρωποι καθορίζονται από το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνουν ή το καθορίζουν;
Και τα δύο. Σίγουρα το περιβάλλον είναι καθοριστικό για την ανάπτυξή τους. Αν όμως δεν καθόριζαν και οι ίδιοι το περιβάλλον, τότε θα ήμασταν ακόμα στην εποχή πριν τη Γαλλική Επανάσταση ή πιο πίσω, πριν τον μεσαίωνα ή σε σπηλιές ή αμοιβάδες…
Όλοι οι ήρωες του Τσέχωφ έχουν τάσεις φυγής. Μπορεί κανείς να αποδεσμευτεί από τα βαρίδια του; Βρίσκεται στην φυγή η λύση του προβλήματος της ύπαρξής τους τελικά;
Έχουν τάσεις φυγής, αλλά σχεδόν κανείς δε φεύγει πραγματικά. Η δύναμη της συνήθειας ή ο φόβος για το νέο είναι τόσο ισχυρός που τα βαρίδια μοιάζουν παντοτινά. Δεν ξέρω, αν η λύση βρίσκεται στη φυγή. Μπορεί και ναι.
Ποιο ήταν το προσωπικό κέρδος μέχρι τώρα από τη συγκεκριμένη δουλειά και την συνεργασία με την Ομάδα;
Είχα συνηθίσει να δουλεύω κυρίως με θιάσους που έχουν σχηματιστεί από τον σκηνοθέτη. Είναι μια πρωτόγνωρη εμπειρία να δουλεύω με μια ομάδα που έχει την ιστορία της, το παρελθόν της, τις σχέσεις της εντός, τη χτισμένη και κατακτημένη από καιρό συντροφικότητα. Θαυμάζω την ομάδα και αυτά τα χαρακτηριστικά της.
Υπάρχει μια τάση στον καλλιτεχνικό χώρο που λέει πως οι ομάδες δίνουν ερασιτεχνικά αποτελέσματα, πως είναι παρωχημένες, πως δεν προσφέρουν κάτι, πως υπάρχουν για κάνει το κέφι της η νεολαία, κ.λπ. Αυτά τα λένε άνθρωποι κουρασμένοι, παραιτημένοι που βίωσαν μεγάλες απογοητεύσεις και δεν τις ξεπέρασαν. Εγώ πιστεύω πως τέτοιες καλλιτεχνικές ομάδες, με την αυτοοργάνωσή τους και κυρίως με τη δίψα τους για έκφραση, με την ειλικρινή αγάπη τους για το θέατρο, αλλά -βασικότερο όλων– με την αγάπη και τον αλληλοσεβασμό μεταξύ των μελών, είναι μια εικόνα από το μέλλον. Είναι αυτοί που αισθάνομαι ότι θα εκφράσουν την περίεργη εποχή που έρχεται.
Πιστεύω πως τέτοιες καλλιτεχνικές ομάδες, με την αυτοοργάνωσή τους και κυρίως με τη δίψα τους για έκφραση, με την ειλικρινή αγάπη τους για το θέατρο, αλλά -βασικότερο όλων– με την αγάπη και τον αλληλοσεβασμό μεταξύ των μελών, είναι μια εικόνα από το μέλλον.
Τι σου δίνει ελπίδα και δύναμη για τη συνέχεια;
Η ιστορία του θεάτρου είναι μια ιστορία επιβίωσης. Έτσι κι εμείς θα μάθουμε να επιβιώνουμε, ακόμα και αν χρειαστεί να μην κάνουμε θέατρο για κάποιο καιρό. Όπως λέει η Νίνα του “Γλάρου”: “[…] αυτό που μετράει δεν είναι ούτε η λάμψη, ούτε η δόξα, ούτε όλα εκείνα που ονειρευόμουνα. Αυτό που μετράει είναι να ξέρεις να υπομένεις. Να σηκώνεις το σταυρό σου και να ’χεις πίστη.”. Για το μέλλον θα αφήσω στην άκρη το “να υπομένεις” και θα κρατήσω το “να ’χεις πίστη”. Όχι πια ο καθένας μόνος του, αλλά όλοι μαζί.
Μετάφραση: Ξένια Καλογεροπούλου
Σκηνοθεσία: Νικόλας Παπαδομιχελάκης
Δραματουργία: Άρτεμις Γρύμπλα
Σκηνικά – Κοστούμια: Δήμητρα Λιάκουρα
Φωτισμός: Εβίνα Βασιλακοπούλου
Μουσική: C for Circus
Ενορχήστρωση: Βαλέρια Δημητριάδου
Ειδικές κατασκευές: Αλέξανδρος Λόγγος
Βοηθός σκηνογράφου: Έλενα Μπούγου
Επικοινωνία: Ελεάννα Γεωργίου
Φωτογραφίες: Στέλιος Χουστουλάκης, Νικόλας Παπαδομιχελάκης
Διανομή
Αρκάντινα: Βαλέρια Δημητριάδου
Τρέπλιεφ: Βαγγέλης Αμπατζής
Σόριν: Νικόλας Παπαδομιχελάκης
Νίνα: Μαρία Μοσχούρη
Σαμράγιεφ: Σπύρος Χατζηαγγελάκης
Πωλίνα: Ειρήνη Μακρή
Μάσα: Χρύσα Κοτταράκου
Μεντβεντένκο: Άλκης Μπακογιάννης
Ντορν: Παύλος Παυλίδης
Τριγκόριν: Γιώργος Κισσανδράκης
Μέρες παραστάσεων: 5, 6, 8, 10, 11, 14 και 15 Ιουνίου
Ώρα έναρξης: 21.15
Τιμές εισιτηρίων: 15€ κανονικό, 12€ φοιτητικό, 10€ ανέργων, ατέλεια.
θέατρο Χυτήριο (Αυλή)
Ιερά Οδός 44, Γκάζι
2103412313