The Talk: Μελάχρα στο Θέατρο Σταθμός / Η φλόγα των παραμυθιών

Η όμορφη Μελάχρα, κόρη μάγισσας, ταξιδεύει με τους θεατρίνους, στα παραμύθια και στις ανθρώπινες ιστορίες. Από όπου περνάει, μαγεύει, συνταράσσει, αλλάζει τις ισορροπίες. Όταν φτάνει στο χωρίο των τσιγγάνων μπλέκεται στα δίχτυα του έρωτα και χορεύει τον χορό του με απρόβλεπτες εξελίξεις. Η Σοφία Φιλιππίδου σκηνοθετεί την ιδιαίτερη και γοητευτική ιστορία της Μελάχρας στο Θέατρο Σταθμός και ακολουθεί τις διαδρομές των παραμυθιών, της μοίρας και των τολμηρών αποφάσεων. Οι ηθοποιοί της παράστασης, Γιώργης Παρταλίδης, Έλενα Μεγγρέλη, Ρίνος Τζάνης, Ντίνος Φλώρος και Δήμητρα Δερζέκου μας μίλησαν για το κείμενο και τον κόσμο των παραμυθιών, την παράσταση και όλα αυτά που τους χάρισε, την μοίρα και τα δώρα της.
Τι σου αρέσει στο έργο; Τι έμαθες από τη δουλειά σου πάνω σ’ αυτό;
Γιώργης Παρταλίδης (Nέδος) : Μου αρέσει πολύ η πλοκή του έργου, οι ανατροπές της και οι χαρακτήρες!Στο τελευταίο σίγουρα συνέβαλαν και οι ερμηνείες των υπόλοιπων ηθοποιών. Κάθε μέρα μάθαινα κάτι καινούργιοαπό τους ανθρώπους που συνεργάζομαι, αλλά αν υπάρχει κάτι που θα κρατήσω για πάντα είναι το εξής: Ένα απόγευμα στην πρόβα και μετά από αλλεπάλληλη τριβή με το κείμενο, η Σοφία είπε:
«Ποιος θα κοροϊδέψει τον ήλιο; Γιατί να κοροϊδέψεις το φως; Την αλήθεια ποιος θα την κοροϊδέψει; Μόνο ο βλάκας. Τον εαυτό μας φοβόμαστε, αλλά ο ηθοποιός πρέπει να πηγαίνει στο φως. Αυτή είναι η δουλειά μας,»
Έλενα Μεγγρέλη (μάγισσα Βενετιά): Η Μελάχρα είναι ένα έργο γεμάτο συμβολισμούς και μαγικά στοιχεία. Μια μάγισσα, βοτάνια, παπαρούνες, βιολιά, ερωτικοί χοροί, όλα αναδύονται σ ένα τσιγγανοέργο μια δεύτερη ευκαιρία και ζωχεδχώρι όπου ο ερχομός μια περιπλανώμενης τσιγγάνας θεατρίνας θα φέρει τα πάνω κάτω. Αυτό που αποκόμισα δουλέυοντας για τη Μελάχρα είναι πώς ένα προσωπικό στοίχημα, όπως αυτό της Σοφίας, γεματό αγάπη και αφοσίωση μπορεί να δώσει σε ένα σχεδόν άπαιχτο έργο μια δεύτερη ευκαιρία και ζωή. Το έργο άνεβηκε για πρώτη φορά το 1909 απο τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη για δύο παράστασεις και κατέβηκε.
Ρίνος Τζάνης (Αγκούπης, Αφηγητής): Εκείνο που με συναρπάζει και μ’αρέσει στη Μελαχρα είναι εκτός από την πολύ έντονη πλοκή, τους ιδιαίτερους χαρακτήρες, την αφέλεια, την καταιγιστική – μη επιτηδευμένη – ειλικρίνεια που έχει ο λόγος, το γεγονός ότι όλα διαδραματίζονται στην ύπαιθρο κ πως η αφήγηση τους είναι γραμμική, είναι ότι με αφορμή μια απλοϊκή ιστορία ο συγγραφέας επιλέγει να θίξει θέματα όπως ο έρωτας, το πάθος, η ελευθερία, η αγάπη, ο θάνατος κ το κατά πόσο είναι προδιαγεγραμμένο ή όχι από τη μοίρα . Και δεν είναι μόνο τα ζητήματα αυτά κάθε αυτά αλλά κ το πως εκφράζονται μέσα από διαφορετικά πρίσματα πολιτισμών κ εποχών.
Η προσωπική μου εμπλοκή με το έργο με έφερε πολλές φορές αντιμέτωπο με το ερώτημα “πως υπάρχει η μονάδα μέσα σε ένα σύνολο, πως και από τι ορίζεται μια κοινή συνείδηση;”. Στο έργο μας οι άνθρωποι λειτουργούν με ένα διαφορετικό σύστημα ηθικής κ μέσα σ’αυτο ο καθένας προσπαθεί να διεκδικήσει το δικό του κομμάτι ευτυχίας. Αυτός ο αγώνας γεννάει έρωτες, πάθη, συγκρούσεις, επιθυμίες, χαρές κ πικρές όπως είναι κ η πραγματικότητα δηλαδή με τι διαφορά ότι εδώ πρόκειται για ένα πλαίσιο φανταστικό. Ο μηχανισμός της λειτουργίας όμως παραμένει ίδιος όπως στην πραγματική ζωή. Τι είναι λοιπόν εκείνο που κάνει τους χαρακτήρες του έργου να γίνονται χίλια κομμάτια κ από την άλλη εμάς τους ηθοποιούς να γινόμαστε επίσης χίλια κομμάτια για να καταφέρουμε να αποδώσουμε αυτούς τους χαρακτήρες; Η απάντηση δεν είναι απλή γιατί είναι πολλά και σύνθετα αυτά που την απαρτίζουν αλλά έχοντας μπροστά μας ένα έργο που είναι σαν παραμύθι και κρατώντας την απόσταση του αναγνώστη μπορεί κανείς να καταλάβει πως όλοι οι χαρακτήρες του έργου λειτουργούν σε μια βάση κοινών πεποιθήσεων. Οπως είναι για παράδειγμα η πίστη τους στα δαιμόνια, στα μάγια, στα βοτάνια και στο τι ή μοίρα έχει για το καθένα γραμμένο. Αυτή η πίστη οφείλεται στους μύθους που έχει κατασκευάσει η κάθε κοινωνία. Αυτοί οι μύθοι μας ενεργοποιούν κ το ερώτημα είναι ποιοι είναι οι μύθοι της δικής μας εποχής; Ποια η υπόσταση τους κ ποια η λειτουργία μας; Αντέχουν ακόμα ή θα πρέπει να εφεύρουμε νέους ή απλώς να τους καταργήσουμε;
Ντίνος Φλώρος (Τεμέλκος): Το έργο του Παντελή Χόρν “Μελάχρα” είναι ένα θαυμάσιο έργο που διαπραγματεύεται τον έρωτα και τα πάθη των ανθρώπων, τα πάθη που πολλές φορές μπορεί να γίνουν τόσο άγρια ώστε να οδηγήσουν τον άνθρωπο στην μη εκλογικευμένη διαχείρησητων συναισθημάτων του. Τέτοιου είδους ακραία πάθη αν δεν τα έχεις ζήσει είναι μια τεράστια ευκαιρία να τα διάβασεις, να τα φανταστείς και να τα δείς να παίρνουν μορφή στην σκηνή μπροστά στα μάτια σου.
Για μένα ήταν μία πρωτόγνωρη συνάντηση με έναν κόσμο, που θεωρούσα οτι είναι πολύ μακρυά μου και όμως είναι τόσο κοντά. Τον κόσμο των τσιγγάνων. Μια ξεχωριστή φυλή με δικούς της νόμους, ανοιχτοσύνη και συγχρόνως τόσο μυστηριώδη και μυστηριακή. Μια κοινωνία πατριαρχική τόσο όσο και μητριάρχική. Εκεί όπου ο άντρας είναι ο ένας και μοναδικός “αφέντης” και η γυναίκα μέ έναν χορό της μπορεί να μεταμορφωθεί σε αρχαία θεά στον βωμό της οποίας θυσιάζονται όλοι, και άνθρωποι και λέξεις και αισθήματα
Δήμητρα Δερζέκου (Μελάχρα): Είναι πραγματικά ένα καταπληκτικό έργο. Αισθάνομαι πολύ ευτυχής που καταπιάστηκα με αυτό και απορώ γιατί δεν παίχτηκε ξανά από τότε που ανέβηκε με το θίασο της Κοτοπούλη.Είναι μία «λαική τραγωδία» με αισθητική τσιγγάνικων παραμυθιών κατά τη γνώμη μου,και μάλιστα θα μπορούσε κανείς να πει ότι η θεματική του είναι πολύ κοντά στη θεματική και την αισθητική των έργων του Λόρκα αν τα έργα του Λόρκα είναι κατά δύο δεκαετίες μεταγενέστερα.Δηλαδή η φύση(το αγροτικό περιβάλλον στο οποίο διαδραματίζεται το έργο),η γυναίκα (γυναίκα που δημιουργεί και καταστρέφει,που μαγεύει και μαγεύεται),το ποιητικό και το μεταφυσικό στοιχείο,ο κεντρικός ρόλος του έρωτα που είναι άγριος και παθιασμένος αλλά και η έμπνευση του Χόρν από τη ζωή των τσιγγάνων είναι αυτά τα στοιχεία. Η «Μελάχρα» είναι έργο ζωηρό,άγριο,με γρήγορο ρυθμό όπου οι χαρακτήρες δρουν και μιλούν τόσο άμεσα,σχεδόν ενστικτωδώς.Έμαθα λοιπόν πάρα πολλά από την ενασχόλησή μας με αυτό το έργο γιατί είναι αρκετά απαιτητικό υποκριτικά και χρειάζεται διαρκώς προσοχή ώστε να τηρηθεί μια ισορροπία στην υποκριτική γιατί οι χαρακτήρες αυτού του έργου και οι καταστάσεις που βιώνουν είναι στα όρια πότε του κωμικού και πότε του τραγικού.

Γιατί μας αρέσουν τα παραμύθια; Τι χαρίζουν στη ζωή μας;
Γιώργης Παρταλίδης: Τα παραμύθια μας κάνουν παιδιά, μας ταξιδεύουν και μας βγάζουν από τον πόνο της καθημερινότητας. Έτσι και στο έργο ο κόσμος του παραμυθιού είναι μια μαγική φούσκα που όλο φουσκώνει και όταν σκάει μένει ο πόνος.
Έλενα Μεγγρέλη : Προσωπικά μου άρεσουν τα παραμύθια για τις εικόνες που εξάπτουν τη φαντασία.
Ρίνος Τζάνης : Τα παραμύθια είναι απλές φανταστικές ιστορίες που μιλάνε στη ψυχή μας κ πάντα μας δίνουν ένα μήνυμα όπως μπορεί να είναι το ταξίδι της ενηλικίωσης στη περίπτωση της κοκκινοσκουφίτσας μέχρι και το ότι κάνεις δεν μπορεί να ξεφύγει από τη μοίρα στη περίπτωση της Μελαχρας. Το εντυπωσιακό είναι ότι με έναν απλό αλλά πολύ έντεχνο τρόπο τα παραμύθια είναι συνυφασμένα με της επιθυμίες, τις ανησυχίες, τα πάθη, τα λάθη, τις φωτεινές αλλά κ τις σκοτεινές πλευρές του εαυτού μας.
Είναι ένας τρόπος ας πούμε να καταφέρεις να ξεχωρίσεις σε πρώτη φάση κάποια πράγματα για την κοινωνία που ζεις. Μ’αυτο το τρόπο θα λέγαμε κερδίζεις μιά κάποια συνείδηση, πράγμα πολύ χρήσιμο για την αλληλεπιδράση σου με τους υπόλοιπους ανθρώπους. Κ αυτή η αλληλεπιδράση, αυτή η συναστροφή είναι το επόμενο σκαλοπάτι για να ανακαλύψεις κ άλλα πράγματα για σένα.
Ντίνος Φλώρος : Τα παραμύθια ίσως μας αρέσουν γιατί μας ταξιδεύουν εκεί που δεν μπορούμε να φτάσουμε. Γιατί μας μεταμορφώνουν με την φαντασία μας σε ήρωες, γιατί μας απλώνουν μιά σκάλα στο φεγγάρι και την ανεβαίνουμε κοιτώντας κάτω κόσμους μαγικούς, δράκους και θεριά ,βασίλεια ερωτικά, γιατί χαρίζουν στην ζωή μας ψέμα σαν αλήθεια.
Δήμητρα Δερζέκου : Αν υποθέσουμε ότι τα παραμύθια είναι συμβολικές ιστορίες που μέσα από τις όμορφες εικόνες τους κρύβουν βαθιά διδάγματα για την ανθρώπινη φύση,τότε συμπεραίνουμε ότι δεν είναι καθόλου εξωπραγματικά και μας αρέσουν επειδή μας αφορούν. Όταν ήμασταν παιδιά και ακούγαμε ένα παραμύθι πλάθαμε έναν ολόκληρο κόσμο με τη φαντασία μας.Από τη μία καλλιεργούσαμε τη φαντασία μας και από την άλλη υποσυνείδητα παιρνούσαν στο μυαλό μας οι διδαχές της ιστορίας.Δεν πιστεύω ότι διαφέρει και πολύ ένα παραμύθι από ένα μυθιστόρημα για μεγάλους,ή ένα θεατρικό έργο ή μία ταινία.Όλα είναι μυθοπλασίες που συμπυκνώνουν την αλήθεια για τον άνθρωπο γι΄αυτό όταν παρακολουθούμε μία παράσταση κλαίμε, γελάμε, συμπάσχουμε κλπ γιατί συνειδητοποιούμε αλήθειες που στην πραγματική μας ζωή τις προσπερνάμε ή τις κρύβουμε.

Η μοίρα καθορίζει την ζωή μας ή οι επιλογές μας;
Γιώργης Παρταλίδης : Από τη στιγμή που δεν επέλεξα το πού, πότε και αν θα γεννηθώ ο παράγοντας τύχη θα παίζει συνέχεια. Από εκείνη τη στιγμή και μετά όλα είναι επιλογές αλλά δεν ξέρω αν έχουμε πλήρη συνείδηση του τι μας ωθεί σε κάθε επόμενη επιλογή. Είτε είναι μοίρα, είτε όχι… τι διαφορά κάνει;
Έλενα Μεγγρέλη: Τείνω να πιστεύω πώς είναι ένας συνδυασμός και των δύο. Η μοίρα προκαθορίζει κατά κάποιο τρόπο τις επιλογές που διαθέτουμε, αλλά από την άλλη οι επιλογες που κάνουμε ενίοτε αναπάντεχα μας οδηγούν σε μονοπάτια που ίσως να μην περπατούσαμε ποτέ.
Ρίνος Τζάνης : Θέλω να πιστεύω ότι οι επιλογές μας καθορίζουν τη μοίρα μας. Από την άλλη όμως δεν ξέρω κατά πόσο η επιλογές μας είναι συνειδητές. Ένα μωρό ας πούμε δεν έχει ιδιαίτερη συνείδηση αλλά αργά ή γρήγορα θα χρειαστεί να κάνει κάποιες. Συνεπώς καταλήγω κάπως στο ότι κάνουμε επιλογές ανάλογα κάθε φορά την περίσταση, τις συγκυρίες κ σε αντιστοιχία με τη διαύγεια της λογική και του συναισθηματός μας, αποφασίζουμε. Κ αυτή η απόφασή μας καθορίζει τον δρόμο κ την τροπή που παίρνουν τα πράγματα.
Ντίνος Φλώρος : Δεν μου είναι καθόλου συμπαθής η έννοια της μοιρολατρείας. Πως ότι δηλαδή μας συμβαίνει είναι γραμμένο, προκαθορισμένο,και μή αναστρέψιμο. Θα μου στρερούσε την ελευθερία μου ως άτομο να επιλέξω εγώ για την ζωή μου.θα μπορούσε λοιπόν κανείς να πέι πως ναι.οι επιλογές μας καθορίζουν την ζωή μας. μετά όμως σκέφτομαιεκείνο το μαγικό λεπτό, εκείνη την μαγική στιγμή,εκείνο το μαγικό δευτερόλεπτο που κάπου τυχαία βρίσκεται ο άνθρωπος και αλλάζει τα πάντα.Ένα δευτερόλεπτο πρίν αν είχε βρεθεί στο ίδιο σημείο δεν θα είχε πάθει τίποτα κακό ή τιποτα καλό αντιστοίχως, και έπειτα παύω να σκέφτομαι.
Δήμητρα Δερζέκου : Αυτό είναι ένα δύσκολο ερώτημα που οι άνθρωποι ποτέ δε βρήκαν μια απάντηση από κοινού. Άλλωστε τί είναι η μοίρα; Είναι κάτι γραφτό αλλά από ποιόν;Από το Θεό,από το χαρακτήρα μας ή από το κοινωνικό σύστημα που μας ορίζει ή μήπως απλά κάποια πραγματα τυχαίνουν;Στο σύγχρονο πολιτισμό που κυριαρχεί η λογική και η επιστήμη,οι περισσότεροι δυτικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι μπορούμε να ελεγξουμε τη ζωή μας με τις επιλογές μας. Οι επιλογές μας είναι σίγουρα πολύ σημαντικές και πρέπει πάντα να τις σκεφτόμαστε καλά γιατί «είμαστε αυτό που επιλέγουμε».Πιστεύω όμως ότι ο άνθρωπος δεν είναι παντοδύναμος και πρέπει να ξέρουμε ότι δεν μπορούμε να επιλέγουμε τα πάντα.Επέλεξε κανείς μας πότε θα γεννηθεί,σε ποιά οικογένεια,αν θα είναι υγιής,αν θα γεννηθεί όμορφος, αν θα γεννηθεί σε μία πλούσια χώρα ή όχι; Άρα εξαρχής κάποια πράγματα είναι καθορισμένα και με αυτά πορευόμαστε και προσπαθούμε να τα αλλάξουμε ή να διατηρήσουμε κάποια.

Πού υπάρχει ελευθερία στην εποχή και την ζωή μας; Πώς μπορούμε να τη διεκδικούμε;
Γιώργης Παρταλίδης : Εγώ την διεκδικώ στο θέατρο. Είναι προσωπική ευθύνη του καθενός να διεκδικεί και να δίνει το χώρο που θέλει. Η εποχή είναι δύσκολη αλλά με αγάπη, κατανόηση και δουλειά πάντα υπάρχει χώρος για όλους.
Έλενα Μεγγρέλη: Ελευθερία στην εποχή μας και στη ζωή μας υπάρχει ανεμπόδιστα μόνο στο μυαλό μας και αυτό ακόμη είναι πλέον συζητήσιμο. “Όσοι το χάλκεον χέρι βαρύ του φόβου αισθάνονται, ζυγόν δουλείας, ας έχωσι·θέλει αρετήν και τόλμην η ελευθερία”.
Ρίνος Τζάνης : Η ελευθερία μπορεί να πάρει πολλές έννοιες κ πολλές μορφές. Σίγουρα υπάρχει ελευθερία εξαρτάται όμως πως την αντιλαμβάνεται κανείς.
Ένας τρόπος πάντως να τη διεκδικήσεις είναι να καταλάβεις το πυρήνα σου. Ποιο είναι το ζητούμενο σου. Αν καταφέρεις αυτό να το βρεις να το ανακαλύψεις τότε θα βρεις κ τη σημαίνει ελευθερία κ θα ξέρεις κ πως να τη διεκδικήσεις.
Ντίνος Φλώρος : Ελευθερία υπάρχει παντού γύρω μας. Εμείς θαρρώ χρίζουμε τους εαυτούς μας ανελεύθερους.
Ελευθερία υπάρχει στην τέχνη, υπαρχει στην ζωή .Παντού. Όσο υπάρχει σεβασμός του εαυτού μας και της ελευθερίας των άλλων.Αλίμονο, ζούμε σε μια χώρα που μπορούμε να σκεφτούμε ελεύθερα, να γράψουμε ελεύθερα, να βγούμε στους δρόμους και ελευθερα ακόμα να διαδηλώσουμε γιατί το ηλιοβασίλεμα δεν φαίνεται απο το μπαλκόνι μας ή γιατι μερίκα λουλούδια μαραίνονται τον χειμώνα. χαχαχ!
Δήμητρα Δερζέκου : Η εκάστοτε εξουσία ανά τους αιώνες ήθελε τον άθρωπο τόσο ελεύθερο όσο να την ακολουθεί πιστά και να μην την ανατρέπει.Η απόλυτη εξουσία στην εποχής μας είναι το χρήμα.Άρα πρέπει να ακολουθήσουμε ένα σωρό κανόνες μόνο και μόνο για να εξασφαλίσουμε την επιβίωση.Η μεγαλύτερη παγίδα είναι ψευδαίσθηση της ελευθερίας.Μπορούμε να διεκδικούμε την ελευθερία αλλά θα πρέπει να υποστούμε συνέπειες.Ακόμα και το να πεις τη γνώμη σου ελεύθερα έχει συνέπειες.Η ελεθερία δεν είναι κάτι που μπορούμε να διεκδικήσουμε μόνο για τον εαυτό μας,θέλει να παλεύεις και για τους άλλους και εκείνοι για σενα αλλιώς είσαι ένας ελεύθερος που ζεις με φυλακισμένους στη φυλακή.Μόνο όλοι μαζί όσοι βρίσκονται σε κοινή μοίρα μπορουν να διεκδικήσουν την ελευθερία και να έχει αποτέλεσμα.

Πώς δουλέψατε για την παράσταση; Τι κερδίσατε από αυτή τη δουλειά;
Γιώργης Παρταλίδης : Ήθελα να αφεθώ τελείως στα χέρια της Σοφίας. Η δική της μέθοδος δίνει μεγάλη βάση στην ανάγνωση και την κατανόηση του κειμένου στην αρχή της διαδικασίας ώστε όταν σηκωθεί ο ηθοποιός να φέρει (σωματικά)τις προθέσεις του λόγου του. Για μένα κάπως λειτούργησε αυτό. Το τι έχω κερδίσει θα το ξέρω αφού τελειώσουμε. Μέχρι στιγμής έχω πάρει πολλά μαθήματα και έχω μοιραστεί συγκινήσεις με ωραίους ανθρώπους.
Έλενα Μεγγρέλη: Για τη Μελάχρα δουλέψαμε τον πρώτο καιρό ένα μεγαλό διάστημα στο τραπέζι διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας το κείμενο.Ύστερα ακούσαμε μουσικές, είδαμε πίνακες και φωτογραφίες, συζητήσαμε, δοκιμάσαμε, αλλάξαμε, ψάξαμε, φανταστήκαμε. Αυτό που κερδίσαμε απο αυτή τη δουλειά ήταν η συνεργασία και η χαρά να δουλεύουμε με έναν καλλιτέχνη τόσο αυθεντικό όσο η Σοφία που μπορεί να σε ανεβάσει με μια σκάλα στο φεγγάρι.
Ρίνος Τζάνης: Για την παράσταση δουλέψαμε ομαδικά με την καθοδήγηση της Σοφίας κ με παραπομπές που μας έφερνε κατά τη διάρκεια “του τραπεζιού” την περίοδο δηλαδή που κάναμε της πρώτες αναγνώσεις κ που προσπαθούσε ο καθένας μας να καταλάβει το ρόλο του. Έπειτα από πολλή ανάλυση, αυτοσχεδιασμό καταφέραμε να συνθέσουμε με τη βοήθεια της Σοφίας με τη βοήθεια των συναδέλφων κ με ότι ο καθένας καταλαβαίνει αυτή την παράσταση η οποία είναι χειροποίητη από το Α έως το Ω. Πράγμα που με συγκινεί και με κάνει να νιώθω πολύ περήφανος που είμαι μέρος της.
Τη συγκεκριμένη δουλειά δεν τη βλέπω σαν δουλειά. Αυτό είναι νομίζω εκείνο που κέρδισα. Στη εποχή που ζούμε δεν έχουμε την πολυτέλεια οποιαδήποτε δουλειά που κάνουμε να είναι σε όμορφες συνθήκες κ με καλούς συνεργάτες. Θα θελα απο δω κ πέρα να μην κάνω θέατρο μόνο κ μόνο για να κάνω μια δουλειά. Θα θελα να έχουν η δουλειές μου τη χαρά που βρήκα σε ετούτη εδώ την παράσταση.
Ντίνος Φλώρος : Για κάποιον λόγο περίεργο και ανεξήγητο κάνω τον εαυτό μου και τους γύρω μου να υποφέρουν κατά στην διαδικασία των προβών, είναι για μένα βάσανο να μπω σε εκείνον τον άλλον που καλούμαι να υπηρετήσω.Τον τραβαω προς τα μένα με τραβάει προς τα κείνον και κάπου στην μέση τα βρίσκουμε πάντα στο τέλος ελπίζω.Ελπίζω με τον καιρό να μετριάσει αυτό το βάσανο να με τραβήξει αυτός ο άλλος ολοκληρωτικά προς το μέρος του και να μείνει μόνο η χαρά και η ευχαρίστηση την ώρα της παράστασης. Δουλεψα και δουλέψαμε όλοι υπό την ισχυρή και με αγάπη καθοδήγηση της κ.Φιλιππίδου η οποία με τεράστια υπομονή -και την ευχαριστώ γι ‘αυτό- μου έδωσε τον χρόνο και την ελευθερία να αγαπήσω αυτόν τον “άλλο”και να μιλήσω με την φωνή του.
Δήμητρα Δερζέκου : Δουλέψαμε πολύ για την παράσταση και αν είχαμε κι αλλο χρόνο θα δουλεύαμε και περισσότερο.Η κυρία Φιλιππίδου σκηνοθέτησε λεπτομερώς την παράσταση με πραγματική αγάπη και προσοχή σε κάθε λέξη του κειμένου. Ανάμεσα στα τόσα ρεύματα υποκριτικής με τα οποία θα μπορούσε να προσεγγίσει κανείς το έργο, η σκηνοθέτις μας επέλεξε τους τρόπους υπόκρισης που θα αναδείξουν το έργο και κρατήσουν την ισορροπία των ρόλων, την ισορροπία ανάμεσα στο κωμικό και το τραγικό,την ποίηση και τον ρεαλισμό, τον κόσμο των τσιγγάνων αλλά και κάθε άνθρωπο οπουδήποτε. Εύχομαι να αναδείξουμε το παρεξηγημένο αυτό έργου του σπουδαίου Έλληνα συγγραφέα και τη εξαιρετική σκηνοθεσία της κυρίας Φιλιππίδου.

Γιατί στην πρώτη παρουσίασή του στην χώρα μας αυτό το έργο θεωρήθηκε ανατρεπτικό;
Έλενα Μεγγρέλη:Δεν μπορώ να ξέρω, γιατί είμαι μακρία απο την επόχη αλλά εικάζω γιατί εμπεριέχει ένα άνοιγμα σε υπερφυσικά τοπία, πρωτόλεια ένστικτα και όντα λίγο φευγάτα με την καλή έννοια.
Ρίνος Τζάνης : Δεν μπορώ να γνωρίζω πως ακριβώς ανέβηκε το έργο για πρώτη φορά σχεδόν έναν αιώνα πριν. Αλλά σίγουρα μιλάμε για μια εποχή πολύ πιο συντηρητική κ το να επιλέγεις να αφηγηθείς μια ιστορία μέσα από μια κοινότητα ρομά ήταν κάτι που από μόνο του βρισκόταν εκτός κοινωνικού πλαισίου. Βρίσκονταν δηλαδή στο περιθώριο κ το περιθώριο ενέχει όλες εκείνες της ελευθερίες κ την έννοια του διαφορετικού που τη στερούνται οι κοινωνικές νορμες. Διαβάζοντας τις κριτικές της εποχής συμπεραίνουμε ότι πιθανόν το έργο να ανέβηκε κάπως γραφικά κ έτσι δεν φωτίστηκαν τα θέματά του. Δεν πιστεύω ότι ο συγγραφέας επέλεξε να πει μια ιστορία μέσα από μια κοινότητα ρομά για να δούμε κατά πόσο οι ηθοποιοί θα καταφέρουν να τους αποδώσουν όσο το δυνατόν πιο αληθοφανώς αλλά γιατί αποτέλεσε πηγή έμπνευσης ο τρόπος ζωής τους τα ήθη κ τα έθιμα τους για να μιλήσει για την ελευθερία, τον έρωτα, το πάθος, την αγάπη, τον θάνατο και την μοίρα.
Ντίνος Φλώρος : Το έργο είναι η αλήθεια ότι έλαβε πολύ ασχημές κριτικές στο ανέβασμα του. Δεν γνωρίζω τι είναι αυτο που δεν ¨σήκωσε¨η εποχή εκείνη. Πιθανόν πολλοί μαζεμένοι αστοί και μεγαλοαστοί αδύναμοι να παρακολουθήσουν μπροστά τους την ατόφια ζωή των τσιγγάνων και την αλήθεια τους; Δεν γνωρίζω τι θεωρήθηκε ανατρεπτικό. Η ίδια μας η ζωή είναι ανατρεπτική.
Δήμητρα Δερζέκου : Το 1909 όπου δημοσιεύτηκε και παίχτηκε το έργο,το ελληνικό κράτος ήταν ακόμη νεοσύστατο και προσπαθούσε να επεκτείνει τα σύνορά του.Η Ελλάδα ονειρευόταν να γίνει ένα σύγχρονο αστικό κράτος κατά το πρότυπο της Γαλλίας.Έψαχνε την πολιτιστική ταυτότητα του,γινόταν πόλεμος ανάμεσα στους υποστηρικτές της δημοτικής γλώσσας και τους υποστηρικτές της καθαρεύουσας. Η αίσθηση των Ελλήνων ήταν ότι πήγαιναν προς την ακμή.Πρέπει να σκεφτόμαστε μία Ελλάδα αισιοδοξη πριν τον Α’Παγκοσμιο,πριν τη μικρασιατική καταστροφή.Η ποίηση που κυριαρχούσε ήταν αισιόδοξη και πατριωτική, ο Παλαμάς ήταν στην κορυφή.Στα τρία κεντρικά θέατρα της Αθήνας παίζονταν ως επι το πλήστον κλασικά έργα και σύγχρονα αστικά δράματα.Το πρότυπο ήταν ο Ίψεν.Τα αστικά δράματα,οι αστικές κωμωδίες,το μπουλβάρ και οι γαλλικές φάρσες διαπαιδαγωγούσαν τους Αθηναίους στα ευρωπαικά πρότυπα συμπεριφοράς.Οι Αθηναίοι που σύχναζαν στα κεντρικά θέατρα ήταν αριστοκράτες ή έστω καλοστεκούμενοι μικροαστοί και λάτρευαν τα γαλλικά φινετσάτα έργα.Ο Ξενόπουλος όταν ανέβασε πρώτη φορά την Κοντέσσα Βαλέραινα,το 1904 το κοινό θεώρησε το έργο βαρύ.Ο Ξενόπουλος έγραψε λοιπόν άλλα έργα λίγο πιο εύπεπτα για να διαπαιδαγωγήσει το ελληνικό κοινό και έτσι αφού σιγά ανέβαζε τον πήχη της δραματουργίας του,ξανανέβασε την Κοντέσσα Βαλέραινα το 1918 και έκανε τότε μεγάλη επιτυχία. Αντιθέτως ο Παντελής Χόρν έδωσε το 1909 στο μεγαλοαστικό αθηναικό κοινό,ένα έργο λαϊκό,που διαδραματίζεται σε τσιγγανοχώρι,γραμμένο σε δημοτική γλώσσα.Ένα έργο που υπονοεί ζωώδη έστικτα, ξύλοδαρμό επί σκηνής και μάλιστα με μία περίπλοκη και καταιγιστική δράση,που μιλάει για μαγεία,που οι χαρακτήρες μιλούν ειλικρινά και ωμά,που οι ήρωες ερωτοτροπούν ελεύθερα χωρίς τους συνηθισμένους κανόνες των αστών. Πιστεύω λοιπόν ότι για όλα αυτά το κοινό ξαφνιάστηκε με αυτό το έργο και δεν εκπροσωπούσε την Ελλάδα των ονείρων τους αλλά ίσως τους θύμισε και την ελληνική επαρχία με τους περιπλανώμενους, θεατρίνους,τη φτώχεια και όλα αυτά που προσπαθούσε το νέο ελληνικό κράτος να μην σκέφτεται.
Πώς θα μπορούσαμε να ορίσουμε τον έρωτα; Είναι κάτι που μπορεί να νιώσει κάθε άνθρωπος;
Γιώργης Παρταλίδης : Είναι σαν ένα παραμύθι. Όπως σου είπα πριν για το έργο, στην αρχή είναι μαγεία και μετά είναι πληγή… και αυτό το παραμύθι, ναι, όλοι το θέλουμε.
Έλενα Μεγγρέλη: Ο έρωτας για τον κάθένα είναι κάτι πολύ προσωπικό και δεν επιδέχεται, κατά τη γνώμη μου, ορισμούς. Επίσης δεν ξέρω αν είναι κάτι που μπορεί να νιώσει κάθε άνθρωπος. Αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι πώς είναι τυχερός όποιος νιώθει και βιώνει τον αμοιβαίο έρωτα.
Ρίνος Τζάνης : Δεν πιστεύω ότι μπορούμε να ορίσουμε των έρωτα. Μάλλον ο έρωτας μας ορίζει. Εχουν γραφτεί τόσα πολλά από τόσο σπουδαίους στοχαστές από διαφορετικες εποχές που ότι κ να πω λίγο θα ναι. Παρατηρώ πάντως από τη μικρή μου εμπειρία πως κάθε φορά που γινόμαστε λίγο πιο σοφοί είμαστε έτοιμοι να ξαναερωτευτούμε.
Είναι κάτι που είμαι 1000% σίγουρος πως μπορεί να νιώσει κάθε άνθρωπος κ εύχομαι στο κάθε άνθρωπο ξεχωριστά να ερωτευτεί κ να είναι αμοιβαίος ο έρωτας του. To love and be loved in return που λέει και το τραγούδι του Νατ Κινγκ Κόουλ.
Ντίνος Φλώρος : Πώς να ορίσεις τον έρωτα δεν ξέρω.Τον έρωτα που για χάρη του έγραψαν οι ποιητές απ αρχή του κόσμου,απάντηση δεν βρήκαν, και ποιητής δεν είμαι.
Ίσως να ναι το πάγωμα κι η λάβα μαζι αυτο του χρόνου, όταν αγκαλιάζονται οι άνθρωποι και μιλούν χωρίς να αρθρώνουν λόγο μεταξύ τους.Ίσως να’ ναι ο ρυθμος ο άρρυθμος που αποκτουν οι ανάσες.Ίσως να’ ναι το σχήμα το άσχηματιστο που παίρνουν οι παλάμες οι ιδρωμένες. Και κείνο το στρογγυλό το χρωματιστό το βλέμμα των ματιών όταν αντικρύζουν. Δεν ξέρω.
Δήμητρα Δερζέκου : Αυτό είναι επίσης μιά δύσκολη ερώτηση.Πολλοί φιλόσοφοι προσπάθησαν να τον ορίσουν.Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σε πιάνει ξαφνικά,σαν αρρώστια και δεν μπορείς να τον διώξεις όποτε θες.Θα φύγει εκείνος ξαφνικά όταν το θέλει.Έρωτας είναι να μη μπορείς να πάρεις τα μάτια σου και τη σκέψη σου από έναν άνθρωπο. Οτιδήποτε κάνεις να σκέφτεσαι πώς θα ήταν αν σε εβλεπε εκείνος. Κι όταν εκείνος σε απορίπτει τότε γκρεμίζεται όλος ο κόσμος. Πιστεύω πως ο άνθρωπος ζει τον μεγάλο έρωτα συνήθως πλατωνικά γιατί ο έρωτας τρέφεται με την ψευδή εικόνα που φτιάχνεις στο μυαλό σου για κάποιον. Συνήθως οι άνθρωποι ερωτεύονται σε πολύ νεαρή ηλικία,γύρω στην εφηβεία γιατί για να ερωτευτείς πρέπει να είσαι αγνός,να μην έχεις απογοητευτεί από τους ανθρώπους .Όταν ερωτεύεσαι πολύ εξιδανικεύεις έναν άνθρωπο οπότε εαν έχεις ζήσει αρκετές σχέσεις,εμπειρίες κλπ όσο μεγαλώνεις δύσκολα εξιδανικεύεις κάποιον τόσο πολύ. Αλλά υπάρχουν κι άλλα παραπλήσια συναισθήματα πέρα από τον απόλυτο έρωτα που συμβαίνει μία ή δύο φορές στη ζωή μας,όπως ο ενθουσιασμός ή αυτό που λέμε οτι«μου αρέσει ο τάδε»ή η έντονη σωματική έλξη με ένα πρόσωπο.
Υπάρχουν άνθρωποι που δεν έχουν ερωτευτεί ποτέ αλλά ίσως δεν έτυχε ή σκέφτονται πιο λογικά και δεν αφήνουν τον εαυτό τους να υποφέρει.Ο έρωτας είναι επώδυνο συναίσθημα αλλά όταν βγεις από αυτόν, έχεις μάθει πολλά πράγματα για τον εαυτό σου.

Ποια φράση του έργου σκέφτεσαι πολύ αυτή την περίοδο; Γιατί;
Γιώργης Παρταλίδης : «Πάντα στον μπρούντζο και το σίδερο είναι γραμμένο να δουλεύω», γιατί μου θυμίζει ότι ζω στην Ελλάδα. Ο Νέδος είναι ένα παιδί γεμάτο φιλοδοξίες σε ένα τσιγγανοχώρι που το «ταβάνι» είναι πολύ χαμηλό και βασιλεύει η πονηριά και το ψέμα.
Έλενα Μεγγρέλη: Αυτήν την περίδο σκεφτομαι πολύ τη φράση της μάγισσας Βενετίας. “Η μεγαλύτερη του κόσμου ευτυχία” και ψάχνω βρω τι έβλεπε η μάγισσα στα άστρα.
Ρίνος Τζάνης : Η φράση που μου χει μείνει έντονα από το έργο είναι εκείνη που λέει ο Τεμέλκος στο τέλος μιάς σκηνής “Μόνο στα όνειρα πέρασα όμορφα και ξύπνησα γέρος”.
Μου κάνει πολύ κλικ γιατί νιώθω πως αυτό συμβαίνει με τη γενιά μου. Δηλαδή ονειρευομαστε, έχουμε προσδοκίες, κάνουμε ένα σορό πράγματα, τρέχουμε, κουραζόμαστε αλλά τίποτα δεν φαίνεται να αλλάζει κ γερνάμε σαυτη την ατέρμονη κ μάταιη προσπάθεια. Κ αν αλλάξουν οι συνθήκες νομίζω ίσως είναι αργά για μας.
Ντίνος Φλώρος : Η φράση του Τεμέλκου “Ποτέ μου δεν πέρασα ωραία παρά στα όνειρα και ξύπνησα γέρος…” με την ευχή πριν ξυπνήσω αλήθεια γέρος να’ χω ζήσει όπως ήθελα!
Δήμητρα Δερζέκου : Από το έργο σκέφτομαι πολλές φράσεις και από τα ιντερμέδια ανάμεσα στο έργο που ακούγονται αποσπάσματα από το «Σχοινοβάτη» του Ζενέ. Μία φράση από τον Ζενέ που μου αρέσει είναι «Στο σχοινοβάτη η μοναξιά είναι ορατή στο θλιμμένο του βλέμμα που ανασύρει τις εικόνες των άθλιων παιδικών του χρόνων,όταν τον είχαν εγκαταλείψει οι πάντες. Σ’αυτή την πληγή την αθεράπευτη πρέπει να βυθιστεί.Μονάχα εκεί θα ανακαλύψει τη δύναμη την τόλμη και τη δεξιοτεχνία που η τέχνη του απαιτεί.» Αυτή η φράση νομίζω είναι μοναδική, κάθε καλλιτέχνης την καταλαβαίνει. Κλείνοντας θα πω και μία φράση από το δικό μου ρόλο,τη Μελάχρα που λέει «Φτιάξε στολίδια από μπρούτζο και από σίδερο!Τότε θα πω πως είσαι σπουδαίος.Από χρυσάφι ξέρω να φτιαχνω κι εγώ.Φαντάζει μοναχό του.» Αυτή τη φράση την εκλαμβάνω ως εξής ότι: Φτιάξε ένα καλλιτεχνικό έργο από το τίποτα.Τότε είσαι σπουδιαίος. Αν τα έχεις όλα έτοιμα και τις καλύτερες προϋποθέσεις, τότε είναι εύκολο.
ΜΕΛΑΧΡΑ ή Το Λουλούδι της Φωτιάς του Παντελή Χορν σε σκηνοθεσία Σοφίας Φιλιππίδου στο Θέατρο Σταθμός





