Κωνσταντής Σταυρόπουλος / Όσα μας δίνει η ζώη
Ο Κωνσταντής Σταυρόπουλος ξεκινά από την Πατησίων, το κέντρο των νεανικών μας χρόνων, ίσως το κέντρο του κόσμου, για να περιηγηθεί στην δεκαετία του ΄80 και να διηγηθεί τις ιστορίες των ανθρώπων που έζησαν εκεί σε μια εποχή ορόσημο της οποίας τα γεγονότα και οι εξελίξεις επηρέασαν και εξακολουθούν να επηρεάζουν την σκέψη, την αισθητική και την ψυχοσύνθεσή μας. Μας μίλησε για το βιβλίο του και την εμπειρία της συγγραφής, για την Πατησίων και τις δεκαετίες που προηγήθηκαν, την ζωή και τις εκπλήξεις που κρύβει.
Τι κινητοποίησε τη συγγραφή του νέου σου βιβλίου; Τι νέο έμαθες για τον εαυτό σου μέσα από αυτή τη διαδικασία;
Η συγγραφή του συγκεκριμένου μυθιστορήματος είχε ως κίνητρο αλλά και αφορμή τρία πράγματα.
Καταρχάς την αγάπη και το θαυμασμό για το ποδόσφαιρο, αλλά όχι το ποδόσφαιρο ως απλά ένα άθλημα, αλλά ως ένα κοινωνικό φαινόμενο, και τη βαθιά κοινωνικοπολιτική του διάσταση και την αμφίδρομη επιρροή του ανάλογα με τον κόσμο ο οποίος το περιβάλει στις διάφορες χώρες αλλά και πόλεις.
Το δεύτερο ήταν πως ήθελα να φτιάξω μια ιστορία αντιηρώων, ανθρώπων που νιώθουν πως η ζωή τους έχει δώσει πολύ λιγότερα απ’ όσα πραγματικά αξίζουν και είναι διατεθειμένοι να κάνουν οτιδήποτε για να τα αποκτήσουν σε όσο λιγότερο χρόνο γίνεται. Έτσι γεννήθηκαν και οι δύο βασικοί μου ήρωες, ο Αργύρης και η Μαίρη, οι οποίοι βρίσκουν την ευκαιρία για μια καλύτερη ζωή μέσω μιας κομπίνας στο νεοσύστατο εκείνη την εποχή (αρχές δεκαετίας 80) επαγγελματικό πρωτάθλημα της Ελλάδας.
Το τρίτο κίνητρο γι’ αυτό το βιβλίο είναι η αγάπη μου για τη συγκεκριμένη δεκαετία και τη συγκεκριμένη πόλη, την Αθήνα, που έχω αφήσει εδώ και δέκα χρόνια. Μετά από τα τέσσερα πρώτα μου μυθιστορήματα που εκτυλίσσονται εκτός Ελλάδας, ήθελα πολύ να γράψω κάτι για ένα περιβάλλον που αγαπώ τόσο και που νοσταλγώ ταυτόχρονα.
Τώρα αν έμαθα κάτι για τον εαυτό μου; Ίσως επειδή ήταν ένα βιβλίο που με ταλαιπώρησε πολύ στο να πάρει τη μορφή που θέλω, αλλά και σε όλη του τη διαδρομή μέχρι την έκδοση, με έκανε να είμαι πιο πεισματάρης και υπομονετικός όταν πιστεύω πως κάτι αξίζει.
Ήταν οι δεκατίες του 80 και του 90 τόσο επιδραστικές όσο νομίζουμε ή είναι απλά οι δεκαετίες που μεγαλώσαμε;
Νομίζω και τα δύο. Είναι οι δεκαετίες που χτίστηκαν πολλά καλά αλλά και άσχημα, όπως και άλλα που είτε δε γνωρίζαμε ακόμα είτε που εσκεμμένα κρύψαμε κάτω απ’ το χαλί. Σίγουρα τίποτα δεν ήταν όσο ρόδινο παρουσιάζεται. Ήταν μια αρκετά σκληρή εποχή, που συνηθίζουμε να αγαπάμε γιατί μέσω αυτής αναπολούμε τον εαυτό μας στην τότε του μορφή. Είμαστε εξάλλου οι αναμνήσεις μας. Και αν αυτές είναι καλές, έχουμε την τάση ως άνθρωποι να της αναπολούμε ωραιοποιώντας τες συνήθως.
Η Πατησίων όντως μοιάζει να είναι «το κέντρο του κόσμο», όπως και το κέντρο του βιβλίου. Τι σου έρχεται στο μυαλό όταν τη σκεφτείς;
Αντιθέσεις. Χρώματα πάνω σε γκρι, ενοχλητικοί ήχοι και ωραίες μουσικές, κίνηση και ακινησία, άνθρωποι αγκαλιασμένοι και στα μαχαίρια. Ένα ασφάλτινο ποτάμι που μέσα του παίρνει ζωή η Αθήνα, με τα λίγα καλά και τα αρκετά πλέον άσχημά της.
Ο αθλητισμός έχει χάσει τον ρομαντισμό του στην εποχή μας; Τι είναι αυτό που μας γοητεύει σε αυτόν;
Ο αθλητισμός είμαστε εμείς. Δεν ξέρω αν υπήρξαμε ποτέ ρομαντικοί ή απλά έτσι μας φαίνεται τώρα συγκρινόμενο με το παρελθόν. Τώρα απλά είναι ξεκάθαρο πως όλα είναι εμπορεύσιμα, και πως το κέρδος είναι η βασική αιτία ύπαρξης των πραγμάτων. Αυτό βέβαια διαφέρει από μέρος σε μέρος. Για παράδειγμα, στη Γερμανία που ζω, το πως αντιμετωπίζεται το ποδόσφαιρο είναι τελείως διαφορετικό από την Ελλάδα. Εδώ ισχύει το ο κανόνας του πενήντα συν ένα, ο οποίος δίνει την πλειοψηφία στα μέλη των ομάδων και όχι στους επενδυτές (με δυο τρεις εξαιρέσεις ομάδων). Αυτό κρατά το άθλημα λίγο πιο αγνό. Κάτι που φαίνεται και στη συμπεριφορά του κόσμου κερδίζει-χάνει η ομάδα τους, αλλά και στην τεράστια προσέλευσή του ακόμα και στις χαμηλές κατηγορίες.
Η συγγραφή είναι αποτέλεσμα έμπνευσης ή προγραμματισμένης δουλειάς;
Και τα δύο. Είναι αναλόγως στον άνθρωπο και στον τύπο του συγγραφέα. Εγώ δουλεύω και με τα δύο. Αρχίζω με την έμπνευση αλλά έπειτα όταν δώσω μια πρώτη μορφή θα βάλω τον εαυτό μου να πιεστεί και να προγραμματίσει το γράψιμο, είτε μου βγαίνει είτε όχι.
Ποιους συγγραφείς αγαπάς;
Πολλούς. Και για διαφορετικούς λόγους. Θα αναφέρω χαρακτηριστικά, χωρίς ονόματα, γιατί ο καθένας μπορεί να βρει αυτό που αναζητά με το διάβασμα σε διαφορετικά πρόσωπα. Και δεν αναζητάμε όλοι το ίδιο. Ούτε υπάρχει μία ιερή πηγή γνώσης και διασκέδασης. Έτσι θα πω πως μου αρέσουν συγγραφείς που αρχικά δεν γράφουν για να εντυπωσιάσουν, αλλά εντυπωσιάζουν γράφοντας. Συγγραφείς που χρησιμοποιούν έντονο και κοφτό διάλογο, και έχουν κινηματογραφικές αναφορές και στυλ. Επίσης συγγραφείς που με τη στάση ζωής τους παλεύουν για μια καλύτερη κοινωνία και δεν κρύβονται αυτάρεσκα μονάχα πίσω απ’ τις λέξεις.
Τι σου δίνει δύναμη και πίστη στην καθημερινότητα;
Άνθρωποι που συνεχίζουν να παλεύουν ενώ τα έχουν χάσει όλα. Άνθρωποι που συνεχίζουν να παλεύουν ενώ έχουν πάρα πολλά να χάσουν.
Μα πάνω απ’ όλα, το γέλιο της κόρης μου. Που με κάνει και εμένα να παλεύω όσο μπορώ για να μην είναι τόσο μαύρος ο κόσμος που θα μεγαλώσει.
Το βιβλίο Ο Αμαζόνιος της Πατησίων του Κωνσταντή Σταυρόπουλου κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Λαικα.