Κωνσταντίνος Πλεμμένος / Το φως στο βάθος του σκοταδιού
Μία ομάδα ορειβατών οργανώνει μία ανάβαση στο Νεκρό Βουνό. Μια αποστολή επικίνδυνη με αβέβαιη κατάληξη, μια επιλογή σχεδόν αδικαιολόγητη, ένα μυστήριο άλυτο μέχρι σήμερα.
Μια ομάδα καλλιτεχνών οργανώνει μια παράσταση για μια πορεία προς τον θάνατο. Μια δουλειά προσωπική που αναζητά το φως μες στο σκοτάδι και το βρίσκει στην θεατρική δημιουργία και στην επιλογή της παρουσίας των ίδιων και των θεατών.
Ο Κωνσταντίνος Πλεμμένος μας μίλησε για το έργο Το Βουνό / Ένα διήγημα του Τζούλιο που παρουσιάζεται στο Bios σε σκηνοθεσία Γιώργου Κατσή. Για το πως ο λόγος γίνεται μελωδία, για τρόπο που το προσωπικό γίνεται κοινό, για την τέχνη που βρίσκεται στην καθημερινότητα.
Από που είναι εμπνευσμένο αυτό το κείμενο;
Είναι εμπνευσμένο από μία ιστορία που συνέβη το 1959 στη Σοβιετική Ένωση. Δέκα ορειβάτες οργάνωσαν μία αποστολή στο Νεκρό Βουνό, στα Ουράλια Όρη. Ήταν όλοι φοιτητές, εκτός από έναν που ήταν μεγαλύτερος, ο οποίος όταν βρίσκονταν στους πρόποδες του βουνού χτύπησε και καθώς δεν μπορούσε να συνεχίσει με τους άλλους, έφυγε. Οι υπόλοιποι εννιά πέθαναν στην αποστολή. Οι πέντε βρέθηκαν μακριά από τις σκηνές χωρίς ρούχα και οι άλλοι τέσσερις βρέθηκαν μετά από δύο μήνες που έλιωσαν οι πάγοι με σπασμένα μέλη και περίεργους τραυματισμούς. Οι πρώτες σκέψεις ήταν ότι όλο αυτό οφείλεται σε εξωγήινους λόγω της εποχής, μετά είπαν ότι ίσως πρόκειται για ζήτημα στρατιωτικό εξαιτίας του Ψυχρού Πολέμου. Δεν απαντήθηκε ποτέ το γιατί συνέβη αυτό. Εγώ σκέφτομαι πως ίσως να τρελάθηκαν. Το διήγημα του Τζούλιο προσεγγίζει το θέμα υπαρξιακά. Γιατί πάνε κάποιοι άνθρωποι κάπου όπου γνωρίζουν ότι θα πεθάνουν; Γιατί να πάνε έναντια στην φύση και την φύση τους και να κάνουν κάτι που δεν μπορούν; Το συγκεκριμένο διήγημα δείχνει την σκοτεινή πλευρά της γνώσης του θανάτου. Γνωρίζουμε ότι θα πεθάνουμε, αλλά πρέπει κάπως να ζήσουμε πριν. Οι ήρωές μας στο έργο δεν ζουν. Και αυτό είναι το ζήτημα: Να ζούν και να ζούμε την ζωή μας, παρόλο που υπάρχει η γνώση του θανάτου.
Τι σε κινεί στο έργο;
Το ότι για να αφηγηθώ αυτό το έργο πρέπει να καταβυθιστώ στο σκοτάδι και στη σκέψη πως όλα είναι μάταια για να μοιραστώ μετά το κείμενο με τους θεατές. Είναι πάρα πολύ δύσκολο. Είναι από γραφής πολύ μάταιο. Αυτό με κινεί. Το πως μπορώ να μπω μέσα σ΄αυτόν τον σκοτεινό κόσμο και να τον φέρω στην επιφάνεια ως κάτι φωτεινό. Προσπαθώ να βρω το φωτεινό κομμάτι του σκοτεινού.
Πως αντιμετωπίζεται το μάταιο;
Το μάταιο με την έννοια της γνώσης του θανάτου και την σισυφική ρουτίνα της καθημερινότητας μάλλον αντιμετωπίζεται με το να καλλιτεχνεί κανείς στην ζωή του. Το λέω για όλους μας. Να κάνεις μια ζωγραφιά, να γράψεις ένα ποίημα, να δεις τον άνθρωπο δίπλα σου στο μετρό δημιουργικά. Η ματαιότητα αντιμετωπίζεται με κάποια δημιουργία. Να βρίσκουμε κάπως εμείς οι ίδιοι την φωτιά στην καθημερινότητα. Να μην χρειαζόμαστε συνεχώς ερεθίσματα. Δεν ξέρω πόσο εύκολο είναι… Αλλά νομίζω πως όταν το κάνεις, φέρνει κέρδος.
“Ο άνθρωπος στην εποχή μας φοβάται να αγγίξει και να αγγιχθεί”. Η εποχή φταίει για αυτό ή εμείς;
Νομίζω πως υπάρχουν πάντα άνθρωποι που φοβούνται να αγγίξουν και να αγγιχθούν. Εμείς σίγουρα φοβόμαστε το ουσιαστικό. Αν αγγίξεις κάποιον ή κάποιος σε αγγίξει έχει κάτι από ουσία και φυσικά και το φοβόμαστε. Κοστίζει κάτι. Δεν θα έλεγα ο άνθρωπος στην εποχή μας, θα έλεγα ο άνθρωπος. Πάντα.
Η εξέλιξη των γεγονότων καθορίστηκε από τους χαρακτήρες των ανθρώπων ή από το περιβάλλον που βρεθηκαν;
Από το περιβάλλον πιστέυω. Και έτσι όπως βιώνω την παράσταση την ώρα που γίνεται, νιώθω ότι είμαι έρμαιο του γύρω-γύρω, όπως νομίζω ότι ήταν κι αυτοί οι ορειβάτες. Είναι σαν παραισθησιογόνο αυτή η παράσταση.
Τι νέο έμαθες από την δουλειά σας για την παράσταση; Τι σου άρεσε σ΄αυτή;
Το ένα είναι η δουλειά πάνω στο να γίνει τραγούδι η ομιλία, ώστε να είναι μελωδική. Όπως όλοι στην ομιλία μας έχουμε την προσωπική μας μελωδία, έτσι και το κείμενο. Αυτό προσπάθησα να βρω και θέλω να προσπαθώ από εδώ και πέρα. Επίσης, έμαθα να σκέφτομαι πως μπορούν τα προσωπικά πράγματα που έχουμε οι άνθπωποι μέσα μας, να γίνουν καλλιτεχνικά δημιουργήματα. Κι όλα αυτά μες τη δουλειά. Δουλέψαμε πάρα πολύ την προφορικότητα του λογοτεχνικού κειμένου. Με τον Τζούλιο είχαμε δουλέψει ξανά μαζί μόλις είχαμε βγει από την σχολή και κάναμε μία παράσταση πολύ σημαντική για μένα με την αγωνία του πρώτου βήματος και την φιλοδοξία του ερασιτέχνη. Αυτό το αίσθημα αναζήτησα και σ΄αυτή τη δουλειά.
Τι σου δίνει δύναμη στην καθημερινότητα; Χαρά;
Ο καφές! Και αυτο που λέγαμε πριν. Η δημιουργία.
Το Βουνό / Ενα διήγημα του Τζούλιο του Γιώργου Κατσή στο bios
Κείμενο/Σκηνοθεσία:
Γιώργος Κατσής (ή Τζούλιο)
Ηθοποιοί:
Χρόνης Barbarian
Κωνσταντίνος Πλεμμένος
Κατερίνα Ζησούδη
Φωτογραφιες: Νίκος Πανταζάρας
ΒIOS/TESLA MAIN
Από 2 Μαίου
Πέμπτη με Κυριακή στις 21:00