Πηγάδι δίχως πάτο / Ένα κείμενο με αφορμή την παράσταση Μισά Μισά που παρουσιάζεται στο Θέατρο Γκλόρια Μικρό
Ένα πηγάδι κατακλύζει τη σκηνή. Μοιάζει αινιγματικό, γεννά ερωτηματικά μες τη διφυή του υπόσταση. Αναβλύζει μυστήριο στα σκοτεινά του βάθη…Ή προσφέρει το πολύτιμο ύδωρ που θα μας ξεδιψάσει;
Αυτή η δίοδος μεταξύ επιφάνειας και βάθους κρύβει μια μητέρα. Τη μητέρα των πρωταγωνιστών. Μια γυναίκα που όσο απομονωμένη μοιάζει θαμμένη στα έγκατα της γης, τόσο παντοδύναμη είναι η παρουσία της στις ζωές των δύο αδελφών. Είναι μια μητέρα που έχουν εσωτερικεύσει και κουβαλούν σε κάθε τους βήμα. Δανείζεται την παρουσία μιας πανταχού παρούσας συζύγου, που ελέγχει με καταβροχθιστικές διαθέσεις κάθε κίνηση του άντρα της, Χουάν. Αφανίζει οποιαδήποτε προσέγγιση άλλης γυναικείας φιγούρας του φροντιστή – παιδιού της, Κάρλος.
Πώς μια ανήμπορη ηλικιωμένη γυναίκα μπορεί να ασκεί τέτοια επίδραση στις ζωές των παιδιών της; Διατηρεί καθηλωμένο τον Κάρλος, δίνοντάς του έναν ρόλο/λόγο ύπαρξης. Ο ρόλος του φροντιστή του δίνει την ασφάλεια μιας οικείας συσχέτισης (του παιδιού ιδιοκτησίας της μητέρας). Ένας ρόλος που έχει διαμορφωθεί πολύ πριν η μητέρα του καθηλωθεί στο κρεβάτι. Δεν έχει μάθει πώς είναι να μην είναι εκεί για εκείνη. Ξεχνάει τις ενέσεις της, διατηρεί το δωμάτιο σκοτεινό για μέρες, κλείνει τα παράθυρα. Η ασυνείδητη επιθυμία αφανισμού της μητέρας του αναδύεται εν μέσω αποκομμένων διεκδικήσεων της ατομικότητάς του.
Πώς θα μπορέσει να δει τον εαυτό του όταν στο καθρέφτισμά του στην αρχή της ζωής του- με ένα ευάλωτο, ασχημάτιστο εαυτό-δεν συναντά τον εαυτό του, αλλά τις ανάγκες της μητέρας του; Πώς να νιώσει άξιος αγάπης και εμπιστοσύνης όταν η αντανάκλαση του εαυτού του από τον πρώτο σημαντικό άλλο της ζωής του μεταφέρει μηνύματα αποθαρρυντικά;
Η μητέρα χρειάζεται να περιέχει τον κόσμο του παιδιού της. Να δίνει μορφή στην άμορφη μάζα του εύθραυστου ψυχισμού του. Να το κρατάει με αγάπη ώστε να του δίνει ασφάλεια σε έναν κόσμο που δεν θυμίζει σε τίποτα το ωκεάνιο συναίσθημα ασφάλειας, ένωσης και αρμονίας που βίωσε στην κοιλιά της μητέρας του.
Το πηγάδι/μάνα της παράστασης- σε αντίθεση με την απεραντοσύνη της θάλασσας και του υγρού περιβάλλοντος προστασίας και απόλυτης ένωσης που προσφέρει η μάνα- μεταμορφώνεται σε ένα περιέχον ασφυκτικό. Σε ένα σαδιστικό αντικείμενο, που ευχαριστιέται την τυραννία των παιδιών της. Μοιάζει με ένα πηγάδι χωρίς πάτο. Που όσο και αν προσπαθείς να βρεις μια πηγή ελπίδας, βυθίζεσαι όλο και περισσότερο στα έγκατα της γης.
“Η καρδιά της μάνας μοιάζει με άβυσσο που στον πυθμένα της θα βρεις πάντα συγχώρεση”. Ενώ ο Honore de Balzac παραθέτει την επιθυμητή λειτουργία του μητρικού ρόλου, στην παράσταση βιώνουμε την αντιστροφή της αβύσσου, όπου στον πυθμένα της δεν υπάρχει δίχτυ προστασίας.
Η επιθυμία αφανισμού της δεν μπορεί να φέρει τη λήθη του τέρατος που κρύβεται στο πηγάδι. Όλα τα δυσφορικά συναισθήματα θυμού, μίσους, απόγνωσης, στεναχώριας χρειάζεται να βγουν στην επιφάνεια. Να πάψουν να είναι κρυμμένα κάτω από τη γη. Για πόσο μπορούμε να κρυβόμαστε σε ένα πηγάδι; Ενδεχομένως να χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε τη λειτουργία του. Με τόλμη ότι δεν θα χαθούμε μέσα σε αυτό. Να το προσεγγίσουμε χωρίς φόβο. Για να ξεδιψάσουμε.
Γράφει η Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια Αγγελική Κουτελιά
Πληροφορίες για την παράσταση εδώ.