Βασιλική Τρουφάκου / Συνάντηση με παρουσία και πίστη
Η Βασιλική Τρουφάκου είναι μία ηθοποιός με παρουσία. Έχει ενέργεια, δύναμη και φως. Αναλαμβάνει ρόλους, αναζητά τις πτυχές τους και δουλεύει με σοβαρότητα και πίστη για ένα θέατρο που έχει λόγο ύπαρξης. Αυτή την περίοδο συμμετέχει στην παράσταση του έργου Ο ήχος του όπλου που παρουσίαζεται σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη στο Θέατρο Σταθμός, καθώς και στην παράσταση του έργου Φυλές της Νίνα Ρέιν που παρουσιάζεται σε σκηνοθεσία Τάκη Τζαμαργιά στο ίδιο θέατρο και υποδύεται τον απαιτητικό ρόλο της Σύλβια, μιας κοπέλας που χάνει την ακοή της, που παλεύει για την κατανόηση της ζωής και των ανθρώπων -ακουώντων και μη. Η Βασιλική Τρουφακου είναι ένας άνθρωπος με παρουσία. Μας μίλησε για τις παραστάσεις, το θέατρο και τα κέρδη που χαρίζουν, τους ανθρώπους και την ενεργητική συνύπαρξη, την συμπόνια ως θέση και την αξία της ίδιας της ζωής.
Τι σε συγκινεί στο έργο;
Νομίζω ότι είναι ένα καλό έργο. Αυτό θέλει ο ηθοποιός και ο δημιουργός στο θέατρο. Να βασιστεί σε ένα καλό έργο με σαφήνεια και ευαισθησία. Είναι πολύ ωραίο πράγμα και σπάνιο. Η Νίνα Ρέιν είναι σαφέστατη σ΄αυτό που θέλει να πει για την επικοινωνία, για την ενσυναίσθηση -που είναι μία λέξη που αποτελεί την επιτομή της δουλειάς μας. Τι βρίσκω πίσω από τα λόγια και μέσω αυτών. Πως μπορώ να μπω στην θέση ενός άλλου ανθρώπου κι αν αυτό τελικά, είναι εφικτό.
Μπορούμε να κατανοήσουμε ποτέ πραγματικά την θέση ενός άλλου ανθρώπου;
Είμαι ηθοποιός, οπότε αυτό είναι η έρευνά μου, είναι ο στόχος μου. Εκεί είναι στραμμένη όλη μου η σκέψη. Επομένως, νομίζω πως ναι. Εννοείται πως δεν γίνεται να γίνεις ο άλλος, αλλά δίνεις τόσο πολύ από την προσοχή σου και το υλικό σου που μπορείς να αισθανθείς πράγματα. Υπάρχει μια πιο λαϊκή λέξη για την ενσυναίσθηση που είναι η συμπόνια. Πιστεύω στην συμπόνια πολύ. Συμπονώ δεν σημαίνει κοιτάω από απόσταση ή λυπάμαι. Σημαίνει πονάω μαζί σου. Δεν ξέρω αν γίνομαι στο τέλος οι ρόλοι που αναλαμβάνω, αλλά τους συμπονώ. Στέκομαι δίπλα τους, χέρι-χέρι. Πιστεύω αληθινά σ΄αυτή τη θέση είτε ως πολίτης είτε ως φίλη, σύντροφος ή ηθοποιός.
Είναι πιο ισχυρά αυτά που εκφράζουμε με λέξεις ή αυτά που φαίνονται από τις κινήσεις και τις πράξεις μας;
Σε μία φλύαρη εποχή, υπάρχει λόγος που ψάχνουμε πίσω από τις λέξεις, εγώ όμως πιστεύω στην λεκτική επικοινωνία και στην σκέψη που γεννά τον λόγο. Για ΄μένα η ακρίβεια στις λέξεις έχει μεγάλη σημασία. Οι λέξεις μπορούν να έχουν μία πολύ σημαντική αναλγητική λειτουργία. Δεν πρέπει να απαξιώνουμε την λεκτική επικοινωνία -μέσω οποιασδήποτε γλώσσας- και να στραφούμε σε μιά γενική προσέγγιση των πραγμάτων μέσω των αισθήσεων. Πιστεύω στις λέξεις. Και στη σιωπή. Είναι μια λέξη που δεν λέγεται. Η δράση φυσικά είναι η κόλλα που κάνει συμπαγή όλα τα παραπάνω.
Και στις δύο παραστάσεις που συμμετέχεις βλέπουμε ανθρώπους να αγωνίζονται να γνωρίσουν τους αγαπημένους τους. Πως μπορούμε να γνωρίσουμε πραγματικά έναν άνθρωπο που μας αφορά;
Για να μπορέσουμε να σταθούμε στ΄αλήθεια δίπλα στον άλλον απαιτείται ένα ελάχιστο διαθεσιμότητας και ενέργειας. Είναι πολύ δύσκολο να συναντηθούν οι άνθρωποι που έχουν πολύ μεγάλο έλλειμμα προσωπικό. Όταν κάποιος έχει ένα μεγάλο κενό μέσα του, κινδυνεύει διαρκώς να πέσει μέσα σ΄αυτό και άρα, είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί με κάποιον άλλο. Η συνάντηση απαιτεί παρουσία, θάρρος, χρόνο. Απαιτεί ¨αρετή και τόλμη¨.
Γιατί ταράζει τις ισορροπίες της οικογένειας ο ερχομός της Σύλβια;
Γιατί είναι διαφορετική. Είναι μία κοπέλα που ακούει σε μία οικογένεια μη ακουόντων. Ο Μπίλυ είναι ένας άνθρωπος που δεν ακούει σε μία οικογένεια ακουόντων. Είναι το αντίθετο και τα αντίθετα έλκονται και συγκρούονται. Έχει μεγαλώσει στον κόσμο της νοηματικής, στην κοινότητα των κωφών, δουλεύει εκεί. Η ζωή της είναι αυτή. Μπαίνει σε μία οικογένεια που σχεδόν δεν δέχεται το ότι ο Μπίλυ δεν ακούει. Βρίσκονται σε άρνηση. Βεβαίως, αυτό που κάνουν ξεκινά από την αγάπη, αλλά εν τέλει του στερούν την επικοινωνία. Η Σύλβια τον εισάγει στον κόσμο της νοηματικής και στην κοινότητα των κωφών. Και παράλληλα, η ίδια κωφαίνεται και δεν θέλει να της συμβεί αυτό, δεν θέλει να χάσει τελείως την ακοή της. Εκεί βρίσκονται οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει εκείνη, η ιδιαιτερότητα της δικής της ζωής.
Ποιο ήταν το προσωπικό κέρδος αυτή την χρονιά από την συμμετοχή σου σ΄αυτές τις δύο παραστάσεις;
Έχω κάνει δύο πολύ όμορφες συνεργασίες. Συνεργάστηκα με τον Μάνο στον ρόλο του σκηνοθέτη και είδα ότι είναι ένας άνθρωπος με πολλή αγάπη για την δουλειά και τους ηθοποιούς. Τον είχα δει μόνο σαν ηθοποιό στην Παρέλαση της Λούλας Αναγνωστάκη που είχαμε κάνει μαζί και ήταν πολύ σημαντική στιγμή για μένα. Η φετινή χρονιά είχε την αίσθηση της επιστροφής. Και οι δύο ρόλοι που ανέλαβα μου άρεσαν πάρα πολύ, όπως και το γεγονός ότι ήμουν σταθερά σε ένα θέατρο. Με ενδιαφέρει πολύ να γίνεται σε ένα μέρος μια δουλειά με συνέπεια που ίσως να αφήσει ένα στίγμα στο μέλλον.
Ποια είναι επαναστατική πράξη στην εποχή μας;
Η συμμετοχή στα κοινά. Να μπορείς να στέκεσαι χωρίς άχρηστο θυμό μπροστά στα γεγονότα. Να μην περιορίζεσαι στο μικρο-πρόβλημά σου και να ακούς τους ανθρώπους γύρω σου. Να είσαι ουσιαστικά στα πράγματα.
Τι σε φοβίζει;
Η απομόνωση. Το να μην είσαι με αγαπημένους μέσα σε αγαπημένα πράγματα. Το να περάσει η ζωή σε κενό, χωρίς να αισθανόμαστε ικανοποίηση.
Τι σου δίνει δύναμη;
Το ότι είμαι υγιής και το ότι ζω.
Φωτογραφίες: Γεωργία Πονηράκου / (site)
Ο ήχος του όπλου της Λούλας Αναγνωστάκη σε σκηνοθεσία Μάνου Καρατζογιάννη στο Θέατρο Σταθμός
Φυλές της Νίνα Ρέιν σε σκηνοθεσία Τάκη Τζαμαργιά στο Θέατρο Σταθμός