Μπολιβάρ: Γιάννης Κουκουράκης & Αντώνης Γκρίτσης / The Talk
Η bijoux de kant και ο σκηνοθέτης Γιάννης Σκουρλέτης παρουσιάζουν στο Θέατρο Νέου Κόσμου την παράσταση Μπολιβάρ που εκκινείται από το ομώνυμο εμβληματικό ποίημα του Νίκου Εγγονόπουλου και συνομιλεί με τον μονόλογο Ο Λεφτέρης στο Αμήν της Γλυκερίας Μπασδέκη. Ένα κείμενο που αξιοποιεί τα ποιητικά βάθη της γλώσσας μας, μας εμπνέει και μας απευθύνεται άμεσα και ανοιχτά σε μια παράσταση που μιλά με τις φωνές των ποιητών για πίστη, ελπίδα, ελευθερία. Μιλήσαμε με τους ηθοποιούς Γιάννη Κουκουράκη και Αντώνη Γκρίτση για το ταξίδι τους στην γλώσσα, τις εποχές και τις εμπειρίες, την παράσταση που ετοίμασαν, το θέατρο, την τέχνη και την προσφορά τους στην ζωή μας.
Τι σας συγκινεί σ΄αυτήν την παράσταση;
Γιάννης Κουκουράκης: H ωμότητα, η θερμοκρασία, η αλήθεια της. Σκληρή και ειλικρινής η διαπραγμάτευση των θεμάτων που θίγονται. Πάνω από όλα όμως το ταξίδι που εγώ και οι συνεργάτες μου κάναμε για να φτάσουμε σε αυτό το αποτέλεσμα. Η τελική μορφή είναι μια από τις διάφορες εκδοχές, εξίσου αληθινές, οργανικές και θερμές. Για να βγεις στην επιφάνεια προϋπόθεση είναι να βουτήξεις. Και όσο περισσότερο χαίρεσαι-ανακουφίζεσαι με την ανάσα που παίρνεις όταν βγεις στην επιφάνεια σημαίνει ότι τόσο πιο βαθιά έχεις βουτήξει.
Αντώνης Γκρίτσης: Το ότι νιώθω εγγονόπουλο του Εγγονόπουλου.
Γιατί να γίνει το πορτραίτο του ήρωα του Νίκου Εγγονόπουλου στην δική μας εποχή;
Γιάννης Κουκουράκης: Θα μπορούσα να ρωτήσω επίσης γιατί να γίνονται έργα του Τσέχωφ ή του Ιψεν στην εποχή μας. Η λογική στην απάντηση, είναι τα θέματα που εμείς διαπραγματευόμαστε με αφορμή τα κείμενα. Εκείνα είναι ο καμβάς και εμείς αφού επιλέξουμε τα χρώματα, έπειτα ζωγραφίζουμε για να δημιουργήσουμε τον δικό μας πίνακα. Με αφορμή το ποίημα του Εγγονόπουλου μιλάμε για όλους τους ήρωες που στην ενηλικίωση σκοτώνουμε, όλα τα είδωλα που εμείς επιλέξαμε να στηριχθούμε ως έθνη, ως άτομα για να καλύψουμε την ανάγκη να στηριχθούμε κάπου και να απαλλαγούμε από ευθύνες, αδυναμίες αλλά εν τέλει τα αποδομούμε και τα αποκαθηλώνουμε, για την μυθοποίηση του έρωτα, για τα εθνικά σύμβολα, για τον Χριστό, για τον Batman, για όποιον ήρωα. Και στην τελική εκείνοι μπορεί να ήταν κάτι πολύ πιο απλό και ανθρώπινο σε θέμα υπόστασης από τον τίτλο και το μεγαλείο που τους φορέσαμε. Μιλάμε για την συνειδητοποίηση αυτού του γεγονότος,για την ίδια την ζωή αλλά και για την επανάληψη της ιστορίας- όταν κλείνει ένας κύκλος θα αρχίσει κάποιος άλλος. Γιατί ως όντα, οι άνθρωποι είναι αδύναμοι.
Αντώνης Γκρίτσης: Ο Εγγονόπουλος μίλησε τόσο ευθύβολα στην εποχή του, αλλά η εποχή του δε φαίνεται να κατάλαβε και πολλά από τα τόσο εύστοχα που είχε να της πει. Αντιθέτως, αμφισβητήθηκε έντονα και λοιδορήθηκε κραυγαλέα. Ίσως σήμερα λοιπόν είναι κατάλληλος καιρός για να ξανασυναντήσουμε την τέχνη του. Ίσως πάλι να είναι ακόμα πολύ νωρίς.
Τι δυσκολίες συναντήσατε στο να μεταφερθούν στο θέατρο ποιητικά κείμενα;
Γιάννης Κουκουράκης: Αυτήν της κατανοητής απόδοσης αυτών των κειμένων προς το κοινό και της μετρημένης σκηνοθεσίας τους. Πρέπει να δώσεις την αλήθεια του κειμένου πέρα από την όποια λυρικότητα, μέτρο και ρυθμό. Να γίνει κατανοητό, και ως κείμενο αλλά και ως νόημα – να ξέρουμε δηλαδή τι λέμε. Αυτό προϋποθέτει την κατανόηση τους από εσένα τον ίδιο πρώτα και την ανακάλυψη των εικόνων και μηνυμάτων που φέρουν. Εννοώ να καταλαβαίνουμε για τι μιλάμε, να βλέπουμε εικόνες ακούγοντάς τα, να νιώθουμε συναισθήματα. Αλλά και η μη στέρηση ελευθερίας σε ότι αφορά την προσωπική ερμηνεία τους από τους θεατές. Εμείς μιλάμε αλλά ο καθένας κάνει τους δικούς του συνειρμούς και ανασύρει δικές του αναφορές – αυτή η ελευθερία πρέπει να υπάρχει.
Αντώνης Γκρίτσης: Η ποίηση, και μάλιστα του Εγγονόπουλου η ποίηση, είναι ένας λόγος υψιπετής. Το πιο δύσκολο είναι να γειωθείς μέσα σε αυτό τον παράφορο επικό λυρισμό και να τον μεταδώσεις όσο πιο πραγματικό μπορείς.
Πως δουλέψατε για να προσεγγίσετε την ψυχοσύνθεση των ηρώων; Τι σας εντυπωσίασε περισσότερο;
Γιάννης Κουκουράκης: Σκληρά, υπομονετικά, χειρουργικά στον λόγο και τα νοήματα του με πολλές ασκήσεις, τεχνικές, επαναλήψεις. Ωστόσο δεν δουλέψαμε την ψυχοσύνθεση σε πρώτο επίπεδο. Πρώτα δουλέψαμε με απόλυτα τον λόγο,σχεδόν την μισή περίοδο των προβών. Έπειτα εκείνος έγινε οργανικός, προέκυψε η σωματικότητα μέσα από συνθήκες και στην συνέχεια όλα ήρθαν και κούμπωσαν για την ολοκλήρωση των χαρακτήρων. Πολλές εκδοχές βρέθηκαν που έστεκαν εξίσου με την τελική. Η κατάληξη στους συγκεκριμένους χαρακτήρες έχει να κάνει με την συνολική εικόνα της παράστασης ωστόσο. Με εντυπωσίασε το ότι βούτηξα σε μέρη που δεν είχα ξαναπάει και ότι πλέον θα καταλάβω μια παράσταση που στηρίζεται σε ποίηση. Πριν δεν ήξερα εάν με αφορούσε ή μου άρεσε γιατί δεν κατανοούσα τι έβλεπα. Έχοντας δουλέψει πλέον πάνω σε κάτι τέτοιο, άνοιξα και άλλα παράθυρα στο μυαλό μου και την αντίληψή μου.
Αντώνης Γκρίτσης: Όπως με τον Ασλάνογλου και τον Ιωάννου, ξεκίνησα κι αυτή τη φορά ακούγοντάς τον ίδιο τον Εγγονόπουλο να διαβάζει ποιήματά του. Η φωνή του ποιητή σου υποβάλλει μια προσωπική και μυστική ρυθμολογία και σου συστήνει πολλές φορές ανάγλυφο τον κόσμο και την ψυχοσύνθεσή του. Από κει και πέρα θέλω να πιστεύω ότι έκανα ένα βήμα παραπέρα αυτή τη φορά καθώς δεν μιμούμαι ακριβώς τη φωνή του, αλλά η δική μου φωνή πια είναι ένας απόηχος από το φραζάρισμά του.
Γιατί το κείμενο του Νίκου Εγγονόπουλου ενέπνευσε αντιστασιακές δράσεις;
Γιάννης Κουκουράκης: Γιατί είναι μια επανάσταση από μόνο του.
Αντώνης Γκρίτσης: Ο Μπολιβάρ είναι μεν ένας θούριος, κυκλοφόρησε σε χειρόγραφα κατά την διάρκεια της Κατοχής και θεωρήθηκε μια πράξη αντίστασης κατά του κατακτητή. Μάλιστα, ο ποιητής βρήκε κρησφύγετο στο σπίτι του Εμπειρίκου, προκειμένου να γλιτώσει την καταδίωξη. Ωστόσο, ο Εγγονόπουλος παρέμεινε τόσο στο έργο του όσο και στη ζωή του ανένταχτος και είναι θεμελιώδης παρεξήγηση να θεωρηθεί ότι γράφει εδώ απλώς ένα ακόμα εθνικοπατριωτικό ή αντιστασιακό ποίημα. Αντίθετα, το δαιμονικό με τη σύνθεσή του αυτή είναι ότι υπερβαίνει και υπονομεύει ακόμα και την έννοια της στράτευσης προτείνοντας ως μόνη αντιστασιακή δύναμη την ελευθερία της σκέψης.
Ποια θεωρείτε επαναστατική πράξη στην εποχή μας;
Γιάννης Κουκουράκης: 2 πράγματα με την ίδια δεινότητα και σημασία. 1. Να μην δέχεσαι να δουλεύεις απλήρωτος, να διεκδικείς να αμείβεσαι αναλογικά με την εργασία σου και να φεύγεις ακριβώς το επόμενο λεπτό μετά το 8ωρο σου εάν δεν πληρώνεσαι υπερωρίες. 2. Η δήμευση περιουσίας των πολιτικών προσώπων που καταχράστηκαν δημόσιο χρήμα & ο εξαναγκασμός τους σε 10ωρη (ή και 12ωρη, γιατί όχι;) 6ήμερη εργασία με 600 μικτά (μερική ασφάλιση, όχι πλήρη). Ώστε από καθήμενοι στους δερμάτινους πανάκριβους καναπέδες να βρεθούν καθήμενοι στο ασάλιωτο μεσαίο. Αυτό θα πει επανάσταση-η επαναφορά της Δημοκρατίας. Τραγικό και γελοίο το να θεωρώ επαναστατική πράξη πλέον το αυτονόητο. Όχι;
Αντώνης Γκρίτσης: Να βρει κάποιος το θάρρος και να βγει να παραδεχτεί ότι απέτυχε. Γεμίσαμε επιτυχημένους, αποτελεσματικούς και νικητές.
Τι είναι ελευθερία για εσάς; Υπάρχει;
Γιάννης Κουκουράκης: Αυτήν την στιγμή θα ήθελα να είμαι κάπου στην Καραϊβική και να βουτάω στα νερά της. Δεν είμαι όμως. Είμαι ελεύθερος άραγε ή όχι; Tricky Question. Yπάρχει και η άποψη ότι όσο δεν είσαι στην φυλακή ελεύθερος θεωρείσαι. Δεν ξέρω να απαντήσω στην ερώτηση αυτήν.
Αντώνης Γκρίτσης: Είναι δυο φορές που έχω δει ένα παρόμοιο όνειρο. Περπατάω ολομόναχος σε μια άδεια και κατασκότεινη πόλη σε black out. Τη μια φορά μετά τη βροχή, την άλλη ένα βράδυ κατακαλόκαιρου. Είχε κάτι λυτρωτικό αλλά και απόκοσμο αυτή η βόλτα στο όνειρο και τις δυο φορές. Μια γλυκιά ανατριχίλα σαν υπόνοια ελευθερίας ή θανάτου. Ένα πολύ αγαπημένο μου έργο είναι ο Μισάνθρωπος του Μολιέρου. Ούτε εγώ πιστεύω πολύ στους ανθρώπους, αλλά δε θα καταφέρω μάλλον να μην τους έχω ανάγκη.
Τι αγαπάτε στο θέατρο; Τι χαρίζει στην ζωή σας;
Γιάννης Κουκουράκης: Δεν θα χρησιμοποιήσω βαρύγδουπες εκφράσεις. Θα πω μόνο αυτό. Αδρεναλίνη. Τα λέει όλα.
Αντώνης Γκρίτσης: Έγινα ηθοποιός γιατί πίστευα ότι κάθε μέρα μου θα τελειώνει με μια γιορτή. Το καλοκαίρι που ετοιμαζόμουν για τις εισαγωγικές εξετάσεις στη δραματική σχολή ήταν από τα καλύτερα της ζωής μου. Από την πρώτη μέρα στη σχολή και όσο περισσότερο ασχολείσαι επαγγελματικά με το θέατρο, το απομυθοποιείς. Δυστυχώς, δε μπορώ πια να βλέπω θέατρο όπως όταν ήμουν 14 και 15 χρονών. Ό,τι κι αν έβλεπα τότε, κωμωδία ή δράμα, έκλαιγα. Θυμάμαι σαν τώρα την πρώτη φορά που είδα τον Γλάρο του Τσέχωφ, θυμάμαι κάθε δευτερόλεπτο από τις δυο παραστάσεις που πρόλαβα και είδα τη Βουγιουκλάκη, τρέφω απέραντη εκτίμηση και αγάπη για τον Γιώργο Μαρίνο, χτες έβλεπα βουρκωμένος τη Μαίρη Χρονοπούλου σε μια πρόσφατη συνέντευξη. Δεν περιμένω πια να δω καλές ή κακές παραστάσεις, δεν ξέρω να παίζω και προσπαθώ όλο και λιγότερο να κρίνω αυτούς που παίζουν. Το μόνο που έμεινε αλώβητο όλα αυτά τα χρόνια στα μάτια μου είναι τα ίδια τα σώματα των ηθοποιών την ώρα της παράστασης. Τόσο λαμπερά, σχεδόν άυλα, πάντα. Και ακόμα και σήμερα, όταν είμαι από κάτω, κάθομαι και τους κοιτάζω σαν παιδί κουτό, απορώ και τώρα πια λίγο περισσότερο καταλαβαίνω πόσο δύσκολο είναι να καταφέρεις το ελάχιστο από όλα αυτά τα θαυμαστά που προσπαθούν να κάνουν.
Ποιο κομμάτι του κειμένου της παράστασης ξεχωρίζετε; Γιατί;
Γιάννης Κουκουράκης: Την σιωπή των παύσεων. Γιατί αυτή αποτυπώνει όλη την αλήθεια που πηγάζει από το κείμενο. Έχοντας το ακούσει πλέον τόσες φορές και έχοντας το πει πάμπολλες δεν νομίζω πως πια είμαι σε θέση να πω εάν ξεχωρίζω συγκεκριμένα σημεία του.
Αντώνης Γκρίτσης: Στο μέλλον, το κοντινό, το μακρυνό, σε χρόνια, λίγα,
πολλά, ίσως από μεθαύριο, κι αντιμεθαύριο,
Ίσαμε την ώρα που θε ν’ αρχινίση η Γης να κυλάη
άδεια, κι άχρηστη, και νεκρή, στο στερέωμα,
Νέοι θα ξυπνάνε, με μαθηματικήν ακρίβεια, τις άγριες
νύχτες, πάνω στην κλίνη τους,
Να βρέχουνε με δάκρυα το προσκέφαλό τους,
αναλογιζόμενοι ποιος είμουν, σκεφτόμενοι
Πως υπήρξα κάποτες, τι λόγια είπα, τι ύμνους έψαλα.
Γιατί έχω χάσει τον ύπνο μου και με ενδιαφέρει να είμαι ένας από αυτούς τους νέους.
Μπολιβάρ από την bijoux de kant
Συντελεστές
Κείμενα: Νίκος Εγγονόπουλος (“Μπολιβάρ: ένα ελληνικό ποιήμα” / “Ενοικιάζεται”), Γλυκερία Μπασδέκη (“Ο Λεφτέρης στο Αμήν”)
Σκηνοθεσία: Γιάννης Σκουρλέτης
Σκηνογραφία – Κοστούμια: Κωνσταντίνος Σκουρλέτης
Σχεδιασμός φωτισμών: Αναστάσιος Μαργαρίτης
Φωτογραφίες: Πάνος Μιχαήλ
Βοηθός Σκηνοθέτη: Μαντώ Κατσούγκρη
Παίζουν οι ηθοποιοί
Αντώνης Γκρίτσης, Γιάννης Κουκουράκης
Μουσικός: Χαρούλα Τσαλπαρά