Μιχάλης Βαλάσογλου / Greek artist: Talent and Act
Ο Μιχάλης Βαλάσογλου δεν είναι ένας τυπικός άνθρωπος. Έχει σπουδάσει φιλολογία, μουσική και σχέδιο. Θέατρο και χορό. Έχει λάβει μέρος σε σημαντικές παραστάσεις και δεν παύει να εξελίσσεται και να εξελίσσει τα ταλέντα του, να ερευνά και να διευρύνει τα όριά του. Αυτήν την περίοδο, συμμετέχει στην παράσταση Greek Freak / Fire and Fury! που παρουσιάζεται στο Θέατρο Χώρος σε σκηνοθεσία Σίμου Κακάλα. Μια παράσταση – πραγματεία πάνω στην συμπεριφορά και την ψυχοσύνθεση του τυπικού νεοέλληνα, σε όλα όσα τον έχουν καθορίσει, σε όλα όσα βιώνει και σκέφτεται. Μια παράσταση που προσπαθεί να προσεγγίσει την αλήθεια μέσω της προσωπικής ματιάς της ομάδας των καλλιτεχνών, να την μοιραστεί με τους θεατές και να εισπράξει αντιδράσεις -κάθε είδους.
Greek Freak / Fire and Fury!: Τι σημαίνει ο τίτλος της παράστασής σας;
Πρόκειται για μια σατιρική και αυτοσαρκαστική παράσταση δομημένη στη φόρμα του βαριετέ, με σύγχρονες αναφορές. Ο παρονομαστής παραμένει, όπως και στην πρώτη της εκδοχή, το Greek Freak, το φρικιό ο Έλληνας ο πολυτραγουδισμένος, ο ικανός για το καλύτερο και το χειρότερο. Τόσο τα νούμερα, όσο και η παρλάτα του κομπέρ, που εναλλάσσονται, δεν καταπιάνονται με τίποτα βαθυστόχαστο. Στο επίκεντρο της σάτιρας βρίσκεται η κενοδοξία του Νεοέλληνα, η πτωχαλαζονεία, η ξενομανία, η υποκρισία του. Ο Έλληνας ο βέρος, ο σκυλάς, ο Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια, που στην πρώτη αναποδιά θα κατεβάσει χριστοπαναγίες έτσι για να ξεμπουκώσει. Από τη δική μας καμπούρα ξεκινάμε και από κει και πέρα το ανοίγουμε όσο τραβάει.
Ο Γιάννης ο Αντετοκούμπο μας έδωσε εξαιρετική ασίστ για τον τίτλο με το παρατσούκλι που κόλλησε εξαιτίας των υπερφυσικών αθλητικών του δυνατοτήτων και το οποίο κάποιοι βιάστηκαν να παρεξηγήσουν ως προσβλητικό της εθνικής μας υπερηφάνειας. Όσο η παράσταση θα εξελίσσεται στον χρόνο, θα αλλάζει νούμερα και θα φιλοξενεί καινούριους καλεσμένους. Αναλόγως θα προσαρμόζεται και ο υπότιτλός της. Εδώ δανειζόμαστε από τη βαρύγδουπη απειλή την οποία εκτόξευσε προσφάτως προς Βόρεια Κορέα ο Ντόναλντ ο Τραμπ, που είναι σπουδαίος κλόουν και μεγάλος κωμικός και τον έχουμε εικόνισμα.
Πώς δουλέψατε για την προετοιμασία της;
Καιρό τώρα γνωρίζαμε ότι ο Σίμος ήθελε να στήσει αυτό το βαριετέ-οδοστρωτήρα. Η έμπνευση, η οργάνωση, όλα πιστώνονται σ’ εκείνον. Από την αρχή των προβών προσάρμοσε το training ώστε να εξυπηρετεί πρωτίστως τους κανόνες της κωμωδίας, τον ρυθμό και την εσωτερική της λειτουργία. Πολλές από τις ιδέες για τα νούμερα προϋπήρχαν και άλλες προέκυψαν από αυτοσχεδιασμούς της στιγμής. Αυτό είναι το προτέρημα του να δουλεύεις επί μακρόν με κάποιους συνεργάτες: κερδίζεις χρόνο χάρη στους αυτοματισμούς της ομάδας. Υπήρχαν μέρες που ξεκινούσαμε την πρόβα χωρίς να αλλάξουμε λέξη, χωρίς καμία οδηγία. Έπαιρνες μια μάσκα κι ένα ρούχο κι όπου σε βγάλει. Αναλόγως μετά κρατούσαμε ή πετούσαμε.
Τι σας αρέσει σ΄ αυτήν την παράσταση;
Το πνεύμα της. Σίγουρα είναι μια παράσταση προβοκατόρικη αλλά ευφυής και πηγαία, δεν μασάει τα λόγια της. Διατρέχεται ολόκληρη από αυτό το ιδιαίτερο είδος χιούμορ που μ’ αρέσει, το ντανταϊστικό κι αμήχανο. Δεν είναι αστεία με κάποιον περίτεχνο, εγκεφαλικό τρόπο, αλλά γιατί είναι έτσι σκηνοθετημένη, ώστε πολλοί δυσκολεύονται να καταλάβουν αν αυτό που βλέπουν κι ακούν το επικροτούμε ή το στηλιτεύουμε. Είναι εντυπωσιακό. Νομίζω ότι έχει βραδυφλεγή αντίκτυπο στον θεατή και κατά τη γνώμη μου αυτή είναι η επιτυχία, και ταυτόχρονα η δυσκολία της συγκεκριμένης παράστασης. Εκ πρώτης μπορεί να εισπράξεις τα νούμερα ως επιφανειακώς χιουμοριστικά, αλλά όλα έχουν ως σημείο αναφοράς ένα πολιτικό, κοινωνικό ή θεατρικό σχόλιο, που αργά ή γρήγορα θα το αντιληφθείς, γιατί ενέχει κάτι οικείο για τον καθένα. Κατά κάποιον τρόπο σε καλεί να πάρεις θέση εδώ και τώρα, δεν σ’ αφήνει ήσυχο. Ώρες ώρες μου θυμίζει τα «πειράματα» που έκανε ο Χάνεκε με το κοινό του στο «Funny Games». Σου λέει, αν σε ενοχλεί τόσο πολύ, απλώς φύγε. Αν μένεις, κάποιον λόγο έχεις, κάτι βρίσκεις. Το θέατρο προσφέρει ακριβώς αυτήν την μοναδική, ζωντανή σχέση, δεν είναι τηλεόραση. Εμείς κάνουμε τις επιλογές μας από σκηνής και καλούμε τον θεατή να κάνει κι αυτός τις δικές του. Κι ας αντιπαρατεθούμε, δεν είναι κακό.
Τι αντιδράσεις προσδοκάτε από τους θεατές; Γιατί;
Όλη την γκάμα των αντιδράσεων, από τη γιούχα μέχρι τον ενθουσιασμό. Είχα εξ αρχής αυτήν την αίσθηση και επιβεβαιώθηκε μετά τις παραστάσεις στο Φεστιβάλ Αθηνών το καλοκαίρι. Υπήρξαν φίλοι καρδιακοί, που μετά την παράσταση σχεδόν δεν μου μιλούσαν. Μου έλεγαν π.χ. «α, διαφωνώ κάθετα με τη γυναικεία κακοποίηση» και σκεφτόμουν δεν είμαστε καλά, αυτό εισπράξατε, ότι εμείς την προάγουμε; Όλες οι αντιδράσεις είναι καλοδεχούμενες, σημαίνει ότι κάπως έχει κινητοποιηθεί ο άλλος, κάπου τον ακούμπησες. Κάποιοι πάλι απλώς περνάνε καλά και σε ευχαριστούν που τους έκανες να γελάσουν με την ψυχή τους και άλλοι σε πιάνουν και σου αναλύουν επάλληλα επίπεδα ερμηνείας, που ούτε τα φαντάστηκες. Όταν καταπιάνεσαι με θέματα-ταμπού, πρέπει να είσαι έτοιμος για όλα τα ενδεχόμενα.
Μπορούμε να γνωρίζουμε τα όριά μας ή τις αντοχές μας; Πως μπορούμε να τα προστατεύσουμε;
Στον αθλητισμό, όταν έχεις να κάνεις με χρόνους, διάρκειες, σετ, επαναλήψεις, γύρους κ.λπ., υπάρχουν δύο τρόποι να δουλέψεις. Ή προκαθορίζεις ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα για την προπόνηση ή ασκείσαι «to failure», μέχρι να αποτύχεις, να μην μπορείς άλλο να το κάνεις σωστά. Και από τα δύο κάτι κερδίζεις. Το παράδειγμα μπορεί να αναχθεί σε πλείστα όσα πεδία. Τα όρια τα γνωρίζεις όταν τα πλησιάσεις. Αλλά γιατί να τα προστατεύουμε, όταν μπορούμε να τα επεκτείνουμε; Εκείνα υποτίθεται ότι μας προστατεύουν, όχι το αντίθετο. Όσο τα δοκιμάζεις, τόσο ανοίγεις το εύρος τους, το δικό σου εύρος κίνησης δηλαδή. Αν τα αφήσεις εκεί παγιωμένα και αδιαπραγμάτευτα είναι σαν να καταδικάζεις τον εαυτό σου σε μια ακινησία που ναρκώνει. Είναι μια διά βίου διαδικασία, ζωογόνος, αλλά επίπονη, γιατί επιφυλάσσει μια σειρά από αναρίθμητες «αποτυχίες». Αν η αποτυχία γίνει αντιληπτή όχι ως το αντίθετο της επιτυχίας, αλλά ως προϋπόθεσή της, όλα ξαφνικά αναπλαισιώνονται.
Ας μην ανησυχούμε, τα όρια μάς τα βάζει ο άλλος και η φύση. Ούτε μπορώ να συμπεριφέρομαι όπως γουστάρω χωρίς κόστος, ούτε να πηδήξω από τον τρίτο και να νομίζω ότι μπορώ να πετάξω, έτσι απλώς επειδή μου λένε ότι μπορώ να καταφέρω τα πάντα, αρκεί να το θέλω πραγματικά.
Τι όμορφο βρίσκετε στην εποχή μας; Είστε αισιόδοξος για το μέλλον;
Αν και είμαι φύσει απαισιόδοξος, δεν θεωρώ το μέλλον κάτι ασαφές και απροσδιόριστο. Είμαστε συνδημιουργοί του μελλοντικού, όχι αντανακλάσεις των επιτελεσμάτων του. Προσπαθώ, όσο περνάει από το χέρι μου, να το προετοιμάζω ή να προσαρμόζομαι. Όταν κοντά μια δεκαετία τώρα όλες οι βεβαιότητες είναι υπό αίρεση και τα χαστούκια έρχονται το ένα πίσω απ’ το άλλο, δεν νομίζω ότι έχουμε και πολλές επιλογές. Η ανάγκη της επιβίωσης και του βιοπορισμού δίνει πάντα τον τόνο. Παίρνω διαρκώς την αίσθηση σήμερα παρά ποτέ, ότι όλοι αυτοσχεδιάζουμε. Δεν νομίζω ότι υπάρχει άνθρωπος εκεί έξω που ξέρει ακριβώς τι κάνει και πού τον οδηγεί το επόμενο βήμα του. Γι’ αυτό και δεν θέλω να αναζητώ την ομορφιά στο επιφαινόμενο, αλλά σ’ αυτό που παραμένει σταθερό ανεξαρτήτως μεταβλητών, στη σχέση με τον Άλλον. Τον σημαίνοντα Άλλον.
Το θέατρο τι χαρίζει στην ζωή σας;
Τίποτα δεν χαρίζει, ούτε σ’ εμένα ούτε σε κανέναν συνάδελφο. Το θέατρο κάνει δώρα, μόνον όταν έχει πληρωθεί υψηλό κόστος και τότε φυσικά αξίζει με το παραπάνω, τότε νιώθεις ότι κάνεις την καλύτερη δουλειά του κόσμου. Ως θεατής είναι μια άλλη υπόθεση. Αυτό που αποκομίζεις από μια καλή παράσταση είναι ανεκτίμητο. Μία εικόνα, ένας λόγος, είναι ικανά να σε αλλάξουν, να σε τροφοδοτούν για χρόνια.
Υπάρχει κάποια φράση από το κείμενο που ξεχωρίζετε; Γιατί;
Μπαίνω στον πειρασμό να πω ναι, εκεί που λέω «δεν μου λες, το τρως το παστίτσιο;». Στην πραγματικότητα όχι. Το κείμενο είναι απλώς η πρόφαση. Αυτό που ξεχωρίζω είναι η τάση και η πρόθεσή μας να παρουσιάζουμε ένα θέαμα καλοδουλεμένο, αφτιασίδωτο, ωμό και ειλικρινές.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία – Σύνθεση: Σίμος Κακάλας
Σκηνικό: Αντώνης Δαγκλίδης
Κοστούμια: Claire Bracewell
Μάσκες: Μάρθα Φωκά
Φωτισμοί: Περικλής Μαθιέλλης
Χορογραφίες: Φωκάς Ευαγγελινός
Ενορχήστρωση: Χρίστος Θεοδώρου
Ειδικά εφέ: Αλέξανδρος Λόγγος
Βοηθός σκηνοθέτη: Δημήτρης Καλακίδης
Εκτέλεση παραγωγής: Γιώργος Λόξας
Με τους: Σίμο Κακάλα, Δήμητρα Κούζα, Μιχάλη Βαλάσογλου, Κωνσταντίνο Μωραΐτη, Γιώργο Λόξα.
* Η παράσταση είναι ακατάλληλη για ανηλίκους.
* Απαγορεύεται η ρίψη φυστικιών στους ηθοποιούς. Τους ταΐζει η Διεύθυνση.
Φωτογραφίες: © Karol Jarek
Διάρκεια: 120 λεπτά
Μέρες και ώρες παραστάσεων: Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή στις 21.00
Τιμή εισιτηρίων: γενική είσοδος 10ε
Θέατρο Χώρος
Πραβίου 6, Βοτανικός
Τηλ.: 21 0342 6736