Νέα βιβλία για την βιβλιοθήκη μας!
Η ιδιωτική ζωή των δέντρων του Alejandro Zambra από τις Εκδόσεις Ίκαρος
Κάθε Κυριακή, ο Χουλιάν αφιερώνει χρόνο στη συγγραφή ενός μυθιστορήματος. Και κάθε βράδυ, αυτοσχεδιάζει και αφηγείται στη θετή του κόρη, Ντανιέλα, λίγο πριν αυτή κοιμηθεί, πρωτότυπες ιστορίες με δέντρα. Όμως, το αποψινό βράδυ δεν είναι σαν τ’ άλλα: η Βερόνικα, γυναίκα του Χουλιάν και μητέρα της Ντανιέλας, καθυστερεί ανεξήγητα να γυρίσει σπίτι. Κι όσο η νύχτα προχωρά και η Βερόνικα δεν επιστρέφει, ο Χουλιάν αναπολεί τη ζωή τους και φαντάζεται τι σκέψεις μπορεί να κάνει για το μυθιστόρημά του η Ντανιέλα καθώς θα μεγαλώνει… χωρίς μητέρα.
Ένα μυθιστόρημα με πρωτότυπη νοσταλγία και μελαγχολία, που επιβεβαιώνει τον Alejandro Zambra ως έναν εκ των σημαντικών εκπροσώπων της νέας γενιάς συγγραφέων της Λατινικής Αμερικής.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
«Αγαπάς για να πάψεις ν’ αγαπάς, και παύεις ν’ αγαπάς για ν’ αρχίσεις ν’ αγαπάς άλλους, ή για να μείνεις μόνος, για λίγο ή για πάντα. Αυτό είναι το δόγμα. Το μοναδικό δόγμα.»
«Θα ‘ταν καλύτερα αν έκλεινε το βιβλίο, αν έκλεινε όλα τα βιβλία κι ερχόταν αντιμέτωπος, χωρίς άλλη καθυστέρηση, όχι με τη ζωή, που είναι πανίσχυρη, αλλά με την εύθραυστη πανοπλία του παρόντος.»
Νυχτερινές ικεσίες του Santiago Gamboa από τις Εκδόσεις Πόλις
Κατηγορούμενος για κατοχή ναρκωτικών και προφυλακισμένος στην Μπανγκόκ, ο Μανουέλ Μανρίκε, Κολομβιανός φοιτητής φιλοσοφίας, κινδυνεύει να καταδικαστεί σε θάνατο, αν δεν παραδεχτεί στο δικαστήριο την ενοχή του. Θα εμπιστευτεί την ιστορία του στον πρόξενο της Κολομβίας που έχει αναλάβει να χειριστεί την υπόθεσή του, θα του εξομολογηθεί τη μοναχική ζωή του και τη φυγή από την αβάσταχτη καθημερινότητα μέσα από τη λογοτεχνία και τον κινηματογράφο, που του αποκαλύπτουν ότι υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι σαν κι αυτόν, «μοναχικοί μέσα σε πόλεις-φαντάσματα, άνθρωποι εύθραυστοι σε λεωφόρους και καφετέριες, με μια τεράστια ανάγκη να επινοούν κίνητρα για να συνεχίζουν να ζουν και με την αίσθηση πως έχουν χάσει πριν καν μπουν στο παιχνίδι, ότι κάτι πήγε εντελώς λάθος ευθύς εξαρχής».
Το μόνο πρόσωπο που αγάπησε ο Μανουέλ, η αδελφή του Χουάνα, εξαφανίστηκε πριν από τέσσερα χρόνια, κι εκείνος, ακολουθώντας τα ίχνη της, πέρασε από την Μπανγκόκ με τελικό προορισμό το Τόκιο, όπου έχει μάθει ότι ζει μπλεγμένη σε ένα κύκλωμα πορνείας. Όσα αγνοεί ο Μανουέλ θα τα αφηγηθεί η αδελφή του, ενώ ο πρόξενος, συγκλονισμένος από την περιπέτεια της ζωής τους, είναι η τρίτη φωνή της αφήγησης. «Θα σας πω κάτι: αυτό το μυθιστόρημα δεν θα είναι αστυνομικό, αλλά μια ιστορία αγάπης», δηλώνει ο ρομαντικός Μανουέλ, κάτοικος των ονείρων, που, όπως και η κυνική πραγματίστρια Χουάνα, θα συγκρουστεί με δυνάμεις πιο ισχυρές από τον ίδιο.
Τελικά, αυτό το μυθιστόρημα είναι και αστυνομικό και ιστορία αγάπης που ενώνει δύο αδέλφια. Και πολιτική καταγγελία του καθεστώτος της Κολομβίας, και ποιητική προσέγγιση. Με λογοτεχνικές και κινηματογραφικές αναφορές, με διαδρομές ανάμεσα στην Μπογκοτά, το Δελχί, την Μπανγκόκ, το Τόκιο και την Τεχεράνη. Μιλώντας για την αγάπη, την οδύνη, την εξέγερση, τη βία, τη μοναξιά, τον φόβο, την ενοχή. Με ένα όραμα ώς το τέλος απλησίαστο: «Την αυγή, οπλισμένοι με φλογερή υπομονή, θα μπούμε σε πολιτείες μεγαλόπρεπες» (Α. Ρεμπώ).
Πήραν την Πόλη, πήραν την… της Μαρίας Λαμπαδαρίδου Πόθου από τις Εκδόσεις Πατάκη
Το Πήραν την Πόλη, πήραν την… ζωντανεύει τις τελευταίες ηµέρες της σπαρασσόµενης βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Λεπτό προς λεπτό καταγράφει τις πενήντα επτά ηµέρες πολιορκίας της Βασιλεύουσας έως την Άλωση.
Με τη δύναµη του ποιητικού ενορατικού λόγου, αλλά και µε αναλυτική διείσδυση και θέση έναντι της ιστορίας, η συγγραφέας δίνει την ύστατη αγωνία, τον ύστατο αγώνα, που στάθηκε ορόσηµο στη νεότερη ιστορία του ελληνισµού. Όµως, πέρα από αυτό, και µε µυθικό άξονα τον ήρωά της, δίνει τη συγκλονιστική πορεία της παρακµής του Βυζαντίου, καθώς και την οδυνηρή περιπέτεια του ελληνισµού µετά την καταστροφή.
Είναι µεγάλη η συγκίνηση που νιώθω, καθώς, ύστερα από είκοσι χρόνια, το µυθιστόρηµα αυτό ξεκινά το νέο ταξίδι του στον Χρόνο.
Αισθάνοµαι σαν να το έγραψα χτες. Τόσο ζωντανή στη σκέψη µου η κάθε λέξη του. Η κάθε στιγµή αγωνίας που χαράχτηκε µέσα στο µυαλό µου σαν όρκος.
Με τέτοια δύναµη γράφτηκε.
Όπως έχω ήδη πει, εκείνο που µε ενδιέφερε ήταν να βρω αυτό που σχεδόν πάντα µένει έξω από την ιστορία: Το πάθος, το θαύµα, τον όρκο της ψυχής, το ρίγος. Να βρω το µεγαλείο εκείνων των τραγικών πολιορκηµένων, που η θυσία τους, ο τιµηµένος θάνατος που επέλεξαν, έγινε σύµβολο στη συνείδηση του Γένους. Και όλα αυτά προσπάθησα να τα περάσω µέσα από την οδύνη της Μιας Συνείδησης, της Μιας µοναχικής κραυγής, αυτής του ήρωά µου, του νεαρού πολεµιστή από τη Λήµνο.
Μόνον έτσι η ιστορία µπορεί να γίνει προσωπική µας αλήθεια.
Να φτάσει στην υπέρβαση και στην αυτογνωσιακή κάθαρση.
Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου
Φέρτε μου το κεφάλι της Μαρίας Κένσορα του Πάνου Τσίρου από τις Εκδόσεις Μικρή Άρκτος
Όταν κυκλοφόρησε η πρώτη συλλογή διηγημάτων του Πάνου Τσίρου, Φέρτε μου το κεφάλι της Μαρίας Κένσορα, η υποδοχή από την κριτική υπήρξε καθολικά επαινετική και ενθαρρυντική για το νέο συγγραφέα.
Θα περίμενε κανείς η ενθάρρυνση αυτή να προκαλέσει από μέρους του μια πυκνή παραγωγικά συγγραφική δραστηριότητα στα επόμενα χρόνια, πράγμα που διαψεύστηκε, αφού ο Πάνος Τσίρος παρουσίασε μόλις άλλη μια συλλογή διηγημάτων του, πέντε χρόνια αργότερα (Δεν είναι έτσι; 2013, Μικρή Άρκτος).
Ο Τσίρος παρέμεινε ολιγογράφος, σίγουρα πολύ προσεκτικός στις εκδοτικές του κινήσεις ισορροπώντας απολύτως την εσωτερική του συγκυρία με την εξωτερική.
Η πρώτη συλλογή ωστόσο, εξαντλήθηκε γρήγορα, το κοινό που άρχισε να αγαπά τη γραφή του Τσίρου, την αναζητούσε αλλά δεν την έβρισκε πια στα ράφια των βιβλιοπωλείων.
Οκτώ χρόνια μετά την πρώτη του έκδοση η Μικρή Άρκτος παρουσιάζει στο κοινό την επανέκδοση του εξαντλημένου πλέον, πρώτου βιβλίου του Πάνου Τσίρου, Φέρτε μου το κεφάλι της Μαρίας Κένσορα,
Το Φέρτε μου το κεφάλι της Μαρίας Κένσορα αποτελείται από οκτώ σύντομα διηγήματα. Οι ήρωές τους μοναχικοί, τσακισμένοι, τσαλακωμένοι, παιδιά-θαύματα, ξεχασμένοι πατεράδες, δάσκαλοι της επαρχίας, κακές πεθερές, ένα αγόρι που κάθεται στην άκρη της ταράτσας κι ονειρεύεται να πετάξει στην αγκαλιά της αγαπημένης του.
Ο Τσίρος σχεδιάζει αστικές παραβολές χρωματίζοντάς τις με λυρισμό και με στοιχεία φανταστικά. Τα διηγήματα του Τσίρου δεν είναι παρά μικρές αλληγορίες για το θάνατο, τον έρωτα, την καταπίεση, τη μοναξιά, την τρυφερότητα. Και είναι γραμμένα με τόση απλότητα, ανοιχτά σε τόσες εικασίες, που σχεδόν θαρρείς ότι υπήρχαν πάντα και τώρα απλώς κάποιος τις κατέγραψε.
Το δικαίωμα στην τεμπελιά του Πολ Λαφάργκ από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο
Ένα εμβληματικό βιβλίο, ένα μανιφέστο για το τι σημαίνει ανθρώπινη ζωή. Μια από τις πλέον εμπνευσμένες επιθέσεις στην έννοια της εργασιακής ηθικής.
«Στην καπιταλιστική κοινωνία, η εργασία είναι η αιτία κάθε πνευματικού εκφυλισμού και κάθε σωματικής παραμόρφωσης […] Το προλεταριάτο, η μεγάλη τάξη που περιλαμβάνει όλους τους παραγωγούς των πολιτισμένων εθνών, η τάξη που, απελευθερώνοντας τον εαυτό της, θα απελευθερώσει την ανθρωπότητα από τη δουλική εργασία και θα καταστήσει το ανθρώπινο ζώο ελεύθερο ον, το προλεταριάτο ακριβώς αφέθηκε να διαφθαρθεί από το δόγμα της εργασίας, προδίδοντας τα ένστικτά του και αγνοώντας την ιστορική του αποστολή. Σκληρή και τρομερή υπήρξε η τιμωρία του. Όλες οι ατομικές και κοινωνικές δυστυχίες γεννήθηκαν από το δικό του πάθος για την εργασία».
Πολ Λαφάργκ
Τα αστέρια του Σιντί Μουμέν του Mahi Binebibe από τις Εκδόσεις Άγρα
Ο ΓΙΑΣΙΝ αφηγείται πως μεγάλωσε γρήγορα και πέθανε ακόμη πιο γρήγορα στο Σιντί Μουμέν, στην άκρη της πόλης της Καζαμπλάνκας, μαζί με τα έξι αδέρφια του, τη μητέρα του, που κάθε μέρα είχε να τα βγάλει πέρα με τη φτώχεια και τα ζωύφια και με έναν πατέρα πρώην εργάτη, χαμένο στη σιωπή και τις προσευχές. Η επίγεια κόλαση του τόπου του αναδίδει οσμές από τις χωματερές που έγιναν γήπεδα για ποδόσφαιρο, από το χασίσι και την κόλλα που σνιφάρεται, εικόνες από τις απαγορευμένες βουτιές στο αποξηραμένο ποτάμι και από τα γκαράζ των ξεχαρβαλωμένων μοτοποδηλάτων. Όταν λοιπόν τους υπόσχονται ότι ο παράδεισος βρίσκεται στην απέναντι πόρτα, τί έχουν να χάσουν ο Γιασίν και οι «φτωχοί » φίλοι του ;
Μυθιστόρημα τραγικό, που ρίχνει φως στο συγκλονιστικό παρόν μας, γεμάτο άσχημες φάρσες και σιωπηλά δράματα, περιπλανήσεις και σκόνη, αδελφότητες και προδοσίες.
«Μα τί, παραλογίζομαι, ε και λοιπόν ; Τι άλλο μπορώ να κάνω τώρα που η μοναξιά με καταπίνει και τριγυρνάω σαν ξένο φάντασμα στο βασίλειο με τις αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων; Δεν ντρέπομαι να σας ομολογήσω πως μου ’τυχε να ’μαι χαρούμενος στα σιχαμερά ερείπια, πάνω στα σκουπίδια αυτού του καταραμένου κοπρόλακκου, ναι, ήμουνα ευτυχισμένος στο Σιντί Μουμέν, τον τόπο μου. […]
Η Τζιχάντ ήταν η μόνη μας σωτηρία. Ο Θεός μας το ζητούσε. Ήταν γραμμένο με ανεξίτηλα γράμματα στο βιβλίο των βιβλίων. […]
Ο Φουάντ δεν μπόρεσε να μη δεχτεί την πρόσκληση του εμίρη Αμπού Ζουμπέιρ. Ήταν τιμή γι’ αυτόν. Να λάβεις τον τίτλο του μάρτυρα μαζί με τα κλειδιά του παραδείσου, δεν μπορούσε ο καθένας να το αποκτήσει. […]
Πήγαμε μαζί στο λουτρό. Πλυθήκαμε και ξυρίσαμε προσεκτικά το σώμα μας. Ετοιμαζόμαστε για το θάνατο όπως για γαμήλια τελετή ».
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Ο ΜΑΧΙ ΜΠΙΝΜΠΙΝ, ζωγράφος, γλύπτης και μυθιστοριογράφος, γεννήθηκε το 1959 στο Μαρακές, όπου και ζει. Αρχικά σπούδασε μαθηματικά στο Παρίσι. Στη συνέχεια αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία και τη ζωγραφική. Οι πίνακές του ανήκουν στη μόνιμη συλλογή του Μουσείου Γκούγκενχαϊμ στη Νέα Υόρκη. Το πρώτο του μυθιστόρημα Le sommeil de l’esclave (Ο ύπνος του σκλάβου, 1992 ) βραβεύτηκε με το Prix Mediterranée. Τα τρία τελευταία του έργα (Cannibales, 1999, Pollens, 2001, Βραβείο Γαλλοαραβικής Φιλίας, και Terre d’ombre brulée, 2004) μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες.
Το 2010 Τα Αστέρια του Σιντί Μουμέν πήραν το βραβείο του καλύτερου αραβικού μυθιστορήματος.